Προσωπικό (Μια κατάθεση για την ποίηση)

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΥΜΝΙΑΝΑΚΗ

Είμαστε άνθρωποι. Είμαστε νεύρα, αίμα, ζωτικά όργανα, φλέβες που χτυπούν, συναισθήματα, σκέψεις, είμαστε όνειρα, είμαστε πτώση, είμαστε άνοδος. Είμαστε πολλά. Και είναι πάρα πολλές οι περιπτώσεις ανθρώπων που βρίσκουν διεξόδους λοιπόν για όλα αυτά τα δεδομένα διοχετεύοντας την ενέργεια τους σε μια τέχνη, πολεμική, λογοτεχνική, ζωγραφική και σε μέσα έκφρασης, σε μέσα φωνής και δράσης. Προσωπικά με κέρδισε η ποίηση. Για την ακρίβεια, δεν προηγήθηκε ποτέ καμία μάχη, απλώς γεννήθηκα μέσα της και γεννήθηκε μέσα μου. Ξαφνικά. Σε μια μετακόμιση, παρατηρώντας μια γλάστρα, την οποία ποτέ πριν στα τόσα χρόνια που την είχαμε στο μπαλκόνι εγώ και η οικογένεια μου δεν παρατηρήσαμε. Μια γλάστρα παραμελημένη που μου μίλησε και μου εξέφρασε όλα τα παράπονα της. “Ώστε έπρεπε λοιπόν να γίνει η μεγάλη αλλαγή για να με δεις, με είχες τόσο δεδομένη, τόσο ξεχασμένη… μα εγώ διψούσα”. Τα παράπονα της γλάστρας παρήγαγαν στίχους, ύφος, τοποθέτηση λέξεων, ρυθμό και μήνυμα.  Ήταν κάτι τόσο μαγικό στα μάτια μου και στο νου μου, κάτι το οποίο τράνταξε την απεικόνιση του κόσμου μέσα μου. Τράνταξε και όρισε για πάντα την ύπαρξη μου. Ήθελα τόσο πολύ να αλλάξω τον χρόνο, την γλάστρα, τον κόσμο, που η πηγαία και ασίγαστη ανάγκη μου αυτή με οδήγησε να επινοήσω το ψευδώνυμο μου, τον “Αλεξάνδρου” και να επινοήσω ύστερα ιστορίες, ποιήματα, συλλογές ποιημάτων: Την Ηθική Αυτουργία και τον Τοξότη.

Δεν ξέρω γιατί έπρεπε να επινοήσω ένα ψευδώνυμο και να γράψω με αυτό. Ίσως, να μην είχα τα κότσια ακόμη να συνδεθώ αμέσως και ευθέως προσωπικά με όσα θα έγραφα. Ίσως να ήταν όλα κρυμμένα στα βαθιά νερά του υποσυνείδητου και μόνο ο “Αλεξάνδρου” θα μπορούσε να τα αλλιεύσει και να τα φέρει στην επιφάνεια. Ίσως ο “Αλεξάνδρου” να ήταν απλώς μια δικαιολογία ή και μια καλή αφορμή. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι πλέον αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη. Γιατί εγώ είμαι ο “Αλεξάνδρου” της Ηθικής Αυτουργίας (Εκδόσεις “Ανώνυμο Βιβλίο, 2016) και του ” Τοξότη” (Εκδόσεις “Όστρια”, 2018). Η ηθική αυτουργία, ήταν προϊόν οργής, θλίψης, αγανάκτησης και πόνου. Συναισθημάτων που δημιουργήθηκαν τις ώρες της δουλειάς στο μυαλό μου, σε νύχτες με βροχή, σε νύχτες δύσκολες, σε κρύο, σε ζέστη, σε χαμηλά μεροκάματα. Σε τσακωμούς και αντιδράσεις. Η ηθική αυτουργία ήταν τέκνο της κρίσης, στα 22 μου χρόνια (2016). Ήταν η καταγγελία μου στις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, στην επιδερμικότητα των ανθρωπίνων σχέσεων. Κι όμως, εκτός των άλλων, ήταν η καταγγελία της εσωτερικής μου πληγής προβαλλόμενη ως κοινωνικό ζήτημα.

Ύστερα, ο Τοξότης. Ο ήρωας, ο οποίος επινόησα για να γλιτώσω από την ηθική αυτουργία, ήταν η συνειδητοποίηση της ανάγκης παύσης πυρός με τον ίδιο μου τον εαυτό. Ήταν η απαρχή της συνειδητοποίησης, ότι ο κόσμος που ήθελα να αλλάξω, δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά εγώ ο ίδιος στα 24 μου χρόνια (2018). Ο τοξότης είναι το παρελθόν που παλεύει με το παρόν για μια θέση στο μέλλον, είναι ο πόλεμος που κηρύχθηκε ενάντια στην σκοτεινιά της ψυχής, των χαμηλών ενστίκτων, ο πόλεμος ενάντια στη ζήλια, στο θυμό και στον φόβο. Όμως, ποιός ο λόγος για πολέμους; Ο τοξότης κάποτε συνάντησε τη συνείδηση του και ύστερα, έλαβε τον χρησμό που ήταν η απάντηση στην ανησυχία του.

Οι μαγικές μου στιγμές, ήταν οι παρουσιάσεις των βιβλίων. Ο έρωτας στα μάτια των καλεσμένων, η ζεστασιά της ανάσας, η θαλπωρή της συντροφιάς των φίλων και των συγγενών, οι παύσεις συγκίνησης στην ομιλία μου και στις κλεφτές ματιές υπερηφάνειας των ανθρώπων που αγαπώ. Ήταν όλα ένα παραμύθι “Σαν να ΄μουν άλλος και όχι εγώ” αν μου επιτρέπεται εδώ ο κύριος Ελύτης. Κι ήμουν μικρός, αισθανόμουν θαυμάσια και παράλληλα ένα βάρος ευθύνης. Την ευθύνη του νεαρού ποιητή που επαναστατεί. Τα ποιήματα, αποτέλεσαν κύματα που με ταξίδεψαν σε μέρη και τοπία δικά μου και των άλλων ανθρώπων, που με κανέναν άλλον τρόπο δεν θα μπορούσα να δω. Τα ποιήματα λοιπόν, για μένα ήταν και είναι διέξοδος έκφρασης και επικοινωνίας με τους ανθρώπους. Η ποίηση δεν θέλει κατανόηση, θέλει όρεξη και έμπνευση. Γιατί έμπνευση, δεν χρειάζεται μόνο ο ποιητής όταν θα γράψει. Έμπνευση, χρειάζεται και ο αναγνώστης όταν θα το διαβάσει. Έπειτα, κανείς δεν θα πρέπει να διαβάσει με το ζόρι ποίηση. Η ποίηση από μόνη της, σχεδόν αναπόφευκτα κάποια στιγμή στην ζωή μας, μας χτυπάει την πόρτα και μας ζητά να την ακούσουμε. Μας ζητά να ενωθούμε με τα φαινόμενα και τα γεγονότα και να τα ερμηνεύσουμε με τους δικούς της πραγματικούς όρους και όχι με τους δικούς μας όρους, τις προκαταλήψεις, τις πεποιθήσεις, τις υποθέσεις. Η ποίηση λοιπόν δεν ορίζεται, παρά μόνο υπάρχει. Και μας ορίζει.

Παραθέτω, ένα μικρό απόσπασμα από το ποίημα “Λύτρωση” της συλλογής “Ηθική Αυτουργία” (2016):

“Κάτι μουδιάζει τα άκρα και τον νου.

Μια παρουσία αβάσταχτη μέσα μου.

Σαν φωτιά και πέτρα αναδύεται απ’ το στέρνο

Σαν λάβα με καίει και ανεβαίνει.

Κραυγές και ουρλιαχτά βουβά

Μέσα απ’ το βάρβαρο σώμα.

Λύτρωση φωνάζουν λύτρωση

Και ανοίξανε οι πύλες.

Και χείμαρρος παρέσυρε τα φράγματα.

Ξεχείλισαν οι κραυγές και οι φωνές

Και ακούστηκαν.

Και σπάσανε τους τοίχους της σιωπής.

Μελάνι η λάβα.

Μελάνι τα ουρλιαχτά.” – Γιώργος Συμνιανάκης (Γ.Σ.Αλεξάνδρου)

Ο Γιώργος Συμνιανάκης, γεννήθηκε στις 26/01/1994 και είναι φοιτητής του τμήματος φιλολογίας, στο ΕΚΠΑ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ηθική Αυτουργία», από τις εκδόσεις «Ανώνυμο Βιβλίό», το 2016 και «Ο τοξότης», από τις εκδόσεις «Όστρια» το 2018. Ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά: «Homo Universalis», «fractal», «Μονόκλ», «ποιείν», «Με ανοιχτά βιβλία».