Είναι αρχαία, είναι έτσι τα δρομάκια, χιλιετίες τώρα, είναι η παλαιότερη αθηναϊκή γειτονιά και η γοητευτικότερη. Είναι η Πλάκα στην σκιά της Ακρόπολης, η συνοικία των Θεών, εκεί που ο χρόνος δίνει τα σέβη του στην ωραιότητα…

Λένε, πως η γειτονιά πήρε τ’ όνομα της από μια μεγάλη πέτρινη πλάκα που βρέθηκε στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου. Όμως λένε πως στα αρβανίτικα η λέξη «πλακ» σημαίνει «παλιά», κι έτσι όταν οι Αρβανίτες που ήρθαν στην περιοχή τον 16ο αιώνα, την αποκάλεσαν «πλακ Αθήνα», «παλιά Αθήνα»…

Μεταπολεμικά, τα σπίτια, τα μαγαζιά, τα οικήματα της Πλάκας κρίθηκαν διατηρητέα, με αποτέλεσμα μια βόλτα στα στενά της να είναι ένα ταξίδεμα στον χρόνο…

Ο Καραγκιόζης πρωτοεμφανίστηκε στα καφενεία της Πλάκας, κατά την Τουρκοκρατία και μάλιστα ο «μπερντές» του προσέλκυε πλήθη κόσμου στην πλατεία Λυσικράτους. Γελούσε η Αθήνα με την φτώχεια και την εξυπνάδα του εξαθλιωμένου, πονηρού Έλληνα, του λαϊκού ήρωα της, εκεί στις αυλές της Πλάκας.

Εδώ βρίσκεται και το παλιότερο, θερινό σινεμά, από τη δεκαετία του 1920, τότε που ένας κομμωτής, πρώην κάτοικος Παρισιού, σκέφτηκε να διοργανώσει στην Πλάκα προβολές θερινού σινεμά και τ όνομα «Σινέ Παρί». Ταινίες, μυρωδιά από λουλούδια, και θέα στον Ιερό, αιώνιο, μοναδικής ομορφιάς, Βράχο της Ακρόπολης.

Εδώ και το μνημείο του Λυσικράτη χορηγικό βραβείο για την καλύτερη παράσταση στο θέατρο του Διονύσου, αλλά και το πρώτο γνωστό μνημείο του κόσμου με κορινθιακά κιονόκρανα. Όταν στα τέλη του Μεσαίωνα το οικόπεδο αποκτήθηκε από την Μονή των Καπουτσίνων, το μνημείο εντάχθηκε σε αυτή – μάλιστα, χάρη στην αντίσταση του καθολικού ηγούμενου, διασώθηκε από τις αρπακτικές ορέξεις του γνωστού λόρδου Έλγιν. Η Μονή κάηκε το 1890, αλλά το μνημείο σώθηκε στο χρόνο.

Ο μπάρμπα-Γιάννης ο Κανατάς, θρυλική μορφή και τόσο τραγουδισμένος από τους Αθηναίους, ζούσε στην οδό Υπερείδου στην Πλάκα και κάθε μέρα κατηφόριζε τα δρομάκια με το γαϊδουράκι του και τα κανάτια του, πηγαίνοντας προς το Σύνταγμα. Τις Κυριακές, ο μπάρμπα-Γιάννης φορούσε τα καλά του και έκανε σχόλη πηγαίνοντας στα καφενεία της περιοχής, το «Ωραία Ελλάς» και το «Σολωνείον». Στην δεκαετία του 1880, ο Μπάρμπα Γιάννης εξαφανίστηκε, χάθηκαν τα ίχνη του για πάντα και κανείς ποτέ ούτε τον είδε, ούτε νέα του έμαθε…

Στη Πλάκα ζούσε ο Παλαμάς, ο Σεφέρης, ο Τσάτσος, ο Δροσίνης, ο Μπάυρον! Κοιτώντας άραγε απ το παράθυρο του, προς την Ακρόπολη, να έγραφε ο εθνικός μας Παλαμάς «Πρωί, και λιοπερίχυτη και λιόκαλ’ είναι η μέρα, κ’ η Αθήνα ζαφειρόπετρα στης γης το δαχτυλίδι»…

Κώστα Καρυωτάκης, «Αθήνα»:
Ώρα γλυκιά. Ξαπλώνει ωραία δομένη
η Αθν Απρίλη σαν εταίρα.
Είναι ηδονές τα μύρα στον αιθέρα,
και τίποτε η ψυχή πια δεν προσμένει.
Στα σπίτια σκύβει απάνω και βαραίνει
το ασήμι του βλεφάρου της η εσπέρα.
Βασίλισσα η Ακρόπολη εκεί πέρα
πορφύρα έχει τη δύση φορεμένη.
Φιλί φωτός και σκάει το πρωταστέρι.
Στον Ιλισσό ερωτεύεται τ’ αγέρι
ροδονυφούλες δάφνες που ριγούνε.
Ώρα γλυκιά χαράς και αγάπης, όντας
πουλάκια το ένα τ’ άλλο κυνηγούνε
τ’ Ολύμπιου Δία μια στήλη αεροχτυπώντας.

Η Πηνελόπη Κατσαρέλη, επιχειρηματίας, πάντα, φωτογραφίζει στιγμές, λεπτομέρειες, εντάσεις, με το πάθος του πραγματικού εραστή της τέχνης, έχει αρχείο από 60.000 φωτογραφίες, δύο γιούς, τον έναν στην Μαδρίτη και τον άλλον, τον μικρό της μόλις τον καλοδέχτηκε, αρχιτέκτονα, από την Αγγλία στην Αθήνα και έναν σύζυγο που αγαπά και υποστηρίζει το βλέμμα της στον κόσμο. Ζει στο Αίγιο αλλά όλο και κάπου ταξιδεύει.
