19 Νοεμβρίου 1988: Όταν πέθανε η Χριστίνα Ωνάση, σημαίνοντας τέλος εποχής

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

«Τίποτα. Κοιμήσου. Εμείς τελειώσαμε. Δεν έχει δάκρυα πια. Κλαίνε όσοι στο βάθος ακόμη ελπίζουν» – Τάσος Λειβαδίτης

19 Νοεμβρίου του 1988. Πεθαίνει η Χριστίνα Ωνάση! Είναι το τέλος μιας εποχής! Μιας εποχής όλο ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Ο Ωνάσης, η Τζάκι, η Κάλλας, ο Τσόρτσιλ, ο Μενεγκίνι. Οι παπαράτσι να μοσχοποληρώνονται για την πόζα της Τζάκι γυμνή να κολυμπά στα νερά του Σκορπιού. Τα γλέντια με μπουζούκια, κρασί και σπασμένα πιάτα στη Λευκάδα. Οι μεγάλες κρουαζιέρες με τους θρύλους του καιρού, πάνω σε ένα πολυτελές σκάφος – πολυκατοικία, που λέγανε με τ όνομα της κόρης του «Χριστίνα». Ο μεγιστάνας γίνεται το αρχέτυπο του απόλυτου πλούτου. Και το νησί του, ο Σκορπιός, η πριβέ του γη της Επαγγελίας, είναι το Άνδρο του, το κρησφύγετο, το στρατηγείο, η απαγορευμένη για κοινούς θνητούς περιοχή ύπαρξης. Εκεί, στο αγαπημένο νησί, απέναντι απ το καταπράσινο Νυδρί, δίπλα απ το γραφικό, μοναχικό Μεγανήσι, το μικροσκοπικό νησάκι των Βαλαωρίτηδων, στον κόρφο της Λευκάδας, απέναντι απ τους ορεινούς όγκους της Ακαρνανίας, η Χριστίνα, τελευταία αυτή, θα πάει να ανταμώσει τον πατέρα και τον αδελφό της. Μια εκκλησία, ένα τάμα, οι τάφοι των Ωνάσηδων.  Στου Αλέξανδρου ένα κυπαρίσσι, τρυπάει την οροφή του παρεκκλησιού και δείχνει στον Θεό. Ο τελευταίος σταθμός του Αριστοτέλη. Και της Χριστίνας, το δικό της, το αποκλειστικό της τέρμα.

Το τέλος σε μια μπανιέρα

Η Χριστίνα Ωνάση τα χε όλα! Ήταν μια κληρονόμος, μια επιχειρηματίας δυναμική, μεν, ένας μοναχικός άνθρωπος με θλιμμένο βλέμμα, δε, που υπακούοντας σε μια τραγική ειρωνεία αρχαίου ελληνικού δράματος, έφυγε πολύ νωρίς. Επισήμως πέθανε από πνευμονικό οίδημα, η εκδοχή της αυτοκτονίας εμφανίζεται από καιρού εις καιρόν σε ξένα δημοσιεύματα. Η επιστήθια φίλη της Χριστίνας, η Μαρίνα Δοδέρο – Τσομλεκτσόγλου ήθελε πάντα «η Αθηνά να μάθει πως η μητέρα της δεν ήταν μια τρελή που έπαιρνε βαρβιτουρικά, αλλά ένας καταπληκτικός άνθρωπος». Σε ένα βιβλίο που έγραψε για την φίλη, που στο σπίτι της, βρήκε νεκρή στη μπανιέρα, μιλάει για όλους και για όλα. Για την κοριτσίστικη πτυχή του χαρακτήρα της Χριστίνας, για τον πλεϊμπόι και σύζυγό της Τιερί Ρουσέλ, τις παραξενιές της, τις σπατάλες της, τους έρωτές της και φυσικά για τις δραματικές στιγμές πριν από το τέλος της ζωής της. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά «εκείνο το βράδυ μιλούσε για τον πατέρα και τον αδερφό της, θέματα που δεν τα άγγιζε. Ήταν σαν κάθαρση γι’ αυτή. Γελώντας μου είπε πως είναι κουρασμένη και πως ήθελε να πάει για ύπνο. Μου έδωσε ένα φιλί στον αέρα και με καληνύχτισε στα ελληνικά. Όταν αργότερα χτύπησα την πόρτα της, δεν πήρα απάντηση. Άνοιξα και τη βρήκα κοιμισμένη στην μπανιέρα. Κάλεσα τους γιατρούς, τον αδερφό μου, την αστυνομία, αλλά ήταν ήδη αργά. Θυμάμαι τα μάτια της Χριστίνας ανοιχτά να κοιτάνε το άπειρο…»  θυμάται  σπαρακτικά η φίλη και συγγραφέας.

Ατίθαση, δυνατή, ίσως σκληρή και… μόνη!

Η Χριστίνα Ωνάση! Ατίθαση, δυνατή, ανυπάκουη, προκλητική, κόρη, αδελφή, μητέρα και σχεδόν ποτέ αγαπημένη! Το κορίτσι που τα  είχε όλα! Αλήθεια; Έτσι να είναι; Οι χωρισμένοι γεμάτοι εχθροί γονείς της. Ο γάμος της μητέρας με τον άσπονδο αντίπαλο του πατέρα της. Η Μαρία Κάλλας. Μια κατάθλιψη, πολύ αλκοόλ, υπνωτικά, αντικαταθλιπτικά, διατροφικές διαταραχές, άστατη ερωτική ζωή, πολύ ξενύχτι, ψεύτικες φιλίες, μοναξιά. Στα 18 της είχε παρατήσει το κολλέγιο και διασκέδαζε στα clubs, στα parties, στις εκδρομές για σκι στην Αυστρία. Εκεί γνώρισε Πέτρος Γουλανδρής. Ήταν ψηλός, λεπτός, δύο χρόνια μεγαλύτερός της, γοητευτικός. Ο πατέρας του είχε πεθάνει όταν ήταν ακόμα μωρό και τον είχε μεγαλώσει η μητέρα του Μαρία Γουλανδρή-Λαιμού, της παλιάς, και πολύ πλούσιας εφοπλιστικής οικογένειας. Την ενθουσίαζε η ιδέα πως κάποιος, επιτέλους, την είχε ερωτευτεί. «Αν την παντρευτείς, θα καταστρέψεις και σένα και την οικογένεια», δήλωνε η Γουλανδρή στον γιό της. Όταν το έμαθε η Χριστίνα έγινε έξω φρενών. Τον παράτησε και άρχιζε να τριγυρίζει με έναν Αμερικανό ψευτοαριστοκράτη. Ο Ωνάσης, συναντήθηκε με τον Γουλανδρή, συμφώνησαν στα οικονομικά και αποφάσισαν να αναγγείλουν τους γάμους. Κανείς από τους δύο, δεν θεώρησε σκόπιμο να ρωτήσει τη Χριστίνα. Χολωμένη που την είχαν διαπραγματευτεί σαν τάνκερ, η κόρη του Ωνάση του πέταξε ένα «ο γάμος δεν είναι επιχείρηση» και εγκατέλειψε τη Νέα Υόρκη αποφασισμένη να ζήσει τη ζωή της. Με τον Πέτρο θα ξαναβρίσκονταν το 1974, μετά από μια σχέση της κληρονόμου με έναν Αργεντίνο ζιγκολό, παίκτη του πόλο, έναν γάμο με τον Τζόζεφ Μπόλκερ, μια απόπειρα αυτοκτονίας και το θάνατο του αδελφού της. Άρχισαν να βγαίνουν πάλι, όταν όμως ο Γουλανδρής της δήλωσε πως δεν επρόκειτο ποτέ να την παντρευτεί προσπάθησε πάλι να αυτοκτονήσει με βαρβιτουρικά. Ξανάσμιξαν, έδωσαν λόγο και λίγο πριν πεθάνει ο Αρίστος, τον επισκέφθηκαν στο νοσοκομείο και ζήτησαν την ευχή του. Για πρώτη φορά, η Χριστίνα αισθανόταν σίγουρη, αναζητούσε τη γαλήνη ενός γάμου με έναν άντρα σταθερό, ικανό, ρεαλιστή. Τότε – σύμφωνα με κάποιες βιογραφίες της – έμεινε έγκυος, όμως ο Πέτρος επέμεινε να κάνει έκτρωση και κείνη υποχώρησε. Πηγαίνοντας να τον βρει στις Μπαχάμες για να ρυθμίσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες του γάμου, διαπίστωσε, για άλλη μια φορά πως η υποψήφια πεθερά της, δε συμφωνούσε με τα σχέδια του γιού της. Καυγάδισαν, είπαν βαριές κουβέντες και η Χριστίνα έφυγε για πάντα…

Ο Ανδρεάδης, ο Καούζοφ, ο μεγάλος έρωτας με τον νεαρό Νίκο Μαυρεολέοντα, ο Τζακ Νίκολσον, ο Γουόρεν Μπίτι

Το 1981, μετά από άλλους δύο άτυχους γάμους, τον εφοπλιστή Ανδρεάδη και Σοβιετικό, απλό υπάλληλο Καούζοφ στη Μόσχα, η κόρη του Ωνάση ερωτεύτηκε έναν άλλο Έλληνα εφοπλιστή: τον Νίκο Μαυρολέοντα. Ήταν ψηλός, μελαχρινός, όμορφος, 21 χρονών. Η Χριστίνα είχε πια πατήσει τα τριάντα. Τον πρωτοείδε, σε μια ντισκοτέκ στο Σεν Μόριτς και του ζήτησε να χορέψουν. Στο τέλος της βραδιάς έγιναν εραστές. Η Χριστίνα του χάριζε ρολόγια Καρτιέ, του έδωσε ένα γενναιόδωρο δάνειο, για να ξεχρεώσει κάποιες υποχρεώσεις του, ενώ του παραχωρούσε το αεροπλάνο της για να πηγαινοέρχεται από το Λονδίνο στην Αθήνα, στο σπίτι του. Σε μια από κείνες τις επισκέψεις, ο πατέρας Μαυρολέων, προειδοποίησε: «Είναι μεγαλύτερή σου και σε έχει για να περνάει την ώρα της. Πρέπει να φροντίσεις το μέλλον σου, όχι να τρέχεις από δω και από κει…».  Ο μικρός γύρισε στη Χριστίνα μετανιωμένος και της ζήτησε να χωρίσουν. Εκείνη, βυθίστηκε σε βαθιά κατάθλιψη. Ήταν τόσο άσχημα, που χρειάστηκε να νοσηλευτεί τρείς βδομάδες σε ψυχιατρική κλινική. Όταν ένιωσε καλύτερα, άρχισε να τηλεφωνεί στον Νίκο κάθε μέρα. Όταν δεν της μιλούσε, έστελνε το αεροσκάφος της να περνάει πάνω από το εξοχικό του στο Πόρτο Χέλι. Τις νύχτες, σκότωνε την ώρα της, φλερτάροντας με διάφορους άντρες. Ανάμεσά τους, ο Τζακ Νίκολσον. Οι φήμες λένε πως πλάγιαζαν συχνά μαζί, όμως η σύντομη σχέση τους οφειλόταν περισσότερο σε αμοιβαία περιέργεια παρά σε αληθινή έλξη. Ύστερα, ήρθε η σειρά του Γουόρεν Μπίτι που τον είχε γνωρίσει στη Νέα Υόρκη σε ένα πάρτι της πριγκίπισσας Νταϊάνα Φον Φίρστενμπεργκ. Η Χριστίνα βγήκε μαζί του τέσσερις φορές, αλλά δεν θέλησε να κάνουν έρωτα. Στο τέταρτο ραντεβού, εκείνος επέμεινε υπονοώντας πως η άρνηση της του δημιουργούσε σοβαρό σύμπλεγμα κατωτερότητας. Υποχώρησε και πήγαν στο κρεβάτι. Μετά, δεν την ξαναπήρε ούτε ένα τηλέφωνο. Ακόμα ένας έρωτας-ναυάγιο!…

Ο γόης Ρουσέλ, το παιδί της, ο τελευταίος έρωτας και ο γάμος που δεν πρόλαβε να γίνει

…Και μετά ο γόης φαρμακοβιομήχανος Τιερί Ρουσέλ, η διπλή ζωή του, οι παράλληλες σχέσεις του. Και ένα παιδί, η Αθηνά Ωνάση. Αυτό, τουλάχιστον, το ναυάγιο είχε επιζώντες! Σε δυο μόλις χρόνια η Χριστίνα χάνει όλη της την οικογένεια! Για χάρη του παιδιού της, πια, οργανώνει ξανά τη ζωή της. Η Μαρίνα Δοδέρο φιλοξενούσε την παιδική της φίλη Χριστίνα Ωνάση στο αρχοντικό της λίγο έξω από το Μπουένος Άιρες. Η Χριστίνα έμοιαζε πια, ήσυχη και ευτυχισμένη, στο πλευρό του αδελφού της Μαρίνας, του Γιώργου Τσομλεκτσόγλου, που ήταν παιδικοί φίλοι. Λέγεται πως είχαν αρραβωνιαστεί κρυφά και είχαν πάρει και την ευλογία του Αρχιεπισκόπου Αργεντινής Γεννάδιου, ορίζοντας τον γάμο τους για τον Δεκέμβριο του 1988. Ο Γιώργος Τσομλεκτσόγλου, έφυγε από τη ζωή, τον Απρίλιο του 2019, σε ηλικία 72 ετών. Για περισσότερο από δυο δεκαετίες ζούσε απομονωμένος, ένας άνθρωπος ευγενής, αριστοκρατικός, μοναχικός, που για τους ρομαντικούς, δεν ξεπέρασε ποτέ την Χριστίνα αλλά και την εικόνα του τραγικού θανάτου της στο σπίτι της αδελφής του, λίγο πριν τον γάμο τους. Η κόρη της Χριστίνας, η Αθήνα Ωνάση πούλησε τον Σκορπιό, αλλά δεν μπορεί να αγγίξει τους τάφους της μάνας, του θείου, του θρυλικού παππού. Δεν τους επισκέπτεται. Έτσι κι αλλιώς χρόνια τώρα, μοιάζει αποφασισμένη και δείχνει να μη θέλει να έχει καμία σχέση με τη χώρα των Ωνάσηδων. Λένε πως το νησί της κόστιζε 1.000.000 ευρώ το χρόνο. Έννουν πως το να είναι η εγγονή του Αριστοτέλη, η κόρη της Χριστίνας, εκείνη που κουβαλάει ευχές και κατάρες, της κοστίζει ακόμα περισσότερο. Με την πώληση του έκοψε οριστικά τον ομφάλιο λώρο με το παρελθόν των παράξενων θανάτων, του κυνηγητού των δημοσιογραφιών, των προσδοκιών, του αμύθητου σε σημείου απόλυτου στόχου πλούτου. Και οι τάφοι των δικών της; Η μνήμη της μάνας με τα μαύρα τεράστια μάτια και το πλατύ χαμόγελο; Η θέληση του πάππου να είναι πάντα χτισμένος στο μπλε του Ιονίου και το πράσινο της Ελλάδας; Αιώνιος με την οικογένεια του, σα βράχος στα κύματα, εκεί; Πώς να σηκώσει ένα κορίτσι το βάρος των επιθυμών και των θελήσεων; Γιατί να γίνει σύμβολο και εικόνισμα στις επιλογές άλλων; Πώς να νιαστεί για τύπους και αρχέτυπα. Θα κάνει ότι επιθυμήσει, λοιπόν. Στο κάτω κάτω είναι και αυτή μια ατίθαση, ανυπότακτη, δυνατή, ίσως σκληρή Ωνάση…