
Μια φορά και έναν καιρό τα κλαμπ λέγονταν ντίσκο και μέσα εκεί συνέρρεαν νεαρά πλάσματα, με φόρμες λύκρα σε χτυπητά χρώματα, βάτες στους ώμους, περίεργα χτενίσματα, έντονα μέικ απ. Στην αντίθεση τα παιδιά με τα μακριά μαλλιά και μαύρα χρώματα, να προτιμούν τη ροκ και να θεωρούν «φλώρους» όσους χόρευαν μέχρι τελικής πτώσης κάτω από ντισκομπάλες και φωτορρυθμικά έντονων χρωματισμών. Ηταν η εποχή της ντίσκο αλά ελληνικά. Και Αμνέζια, Αυτοκίνηση, Μπαρμπαρέλα, Κολούμπια, Ντιβίνα, Α ΜΠΕ ΣΕ! Αγκαλιάσματα, λικνίσματα, αισθησιασμοί, ακκισμοί, ναρκισσισμοί. Και δίπλα το πανκ να στέλνει καυτές ανάσες έχθρας σε κάθε εξουσία. Όλα παράλληλα, κάποτε συμπληρωματικά και συνήθως αντιθετικά!

Μέσα στις ντίσκο, θεότητα σε γυρίσματα γκόσπελ τονικότητας με βογγητά σχεδόν οργιστικά –σε εποχές που σόκαραν- η Ντόνα Σάμερ! Η μαύρη ντίβα που έβαλε τα σύνορα της ντίσκο και ζήτησε διαβατήρια απ τα άλλα είδη! Η καλλονή βασίλισσα της ντίσκο και της μόδας που απ την Βοστώνη των παγωμένων χειμώνων και των αποπνικτικά υγρών καλοκαιριών γέμισε την οικουμένη με υπέροχης μελωδικότητας ερωτικούς, χορευτικούς στεναγμούς…

Η ιστορία της; Όμοια με άλλων μαύρων καλλονών που με απόγνωση και φωνή βγήκαν απ΄τα γκέτο και χρίστηκαν αυτοκράτειρες επιθυμιών. Πεθαίνοντας, όμως, μετά από έναν τεράστιο προσωπικό πόλεμο με τον καρκίνο, η Ντόνα Σάμερ, που σφράγισε μια εποχή, μας θύμισε πως τώρα πια κόπηκε κάθε επιστροφή στο στραφταλιζέ, όλο γκλίτερ παρελθόν μας. Γεννήθηκε σε μια μαύρη γειτονιά της Βοστόνης. Πήγαινε κάθε Κυριακή στην ξύλινη λευκή εκκλησία της γειτονιάς της με την οικογένεια της. Εκλιπαρούσε έναν Κύριο, επίσης λευκό, για να την ξεχωρίσει απ τους άλλους, να της δείξει έλεος, να την προσέχει και να την αγαπά, με εκείνα τα τραγούδια τα παράφορα, τα τόσο ερωτικά, που είναι τα γκόσπελ των μαύρων της Αμερικής. Στην εφηβεία φτιάχνει και χαλάει συγκροτήματα με φίλες της. Να το κάνει όπως Νταϊάνα Ρος ήθελε. Να ακολουθήσει τα χνάρια της Μπίλι Χόλιντεϊ, της Αρέθα Φράνκλιν, της Μαχάλια Τζάκσον. Των μαύρων βελουδένιων θεοτήτων της.

Ώσπου στα τέλη του 1960 ακούει τη βραχνή, μεθυσμένη, ματωμένη, χτυπημένη φωνή της Τζάνις Τζόπλιν. Ορκίζεται πως αυτό, αυτό το αίσθημα θέλει να γίνει. Με κάθε κόστος. Φτιάχνει τη ψυχεδελικού ροκ γυναικεία μπάντα. Εγκαταλείπει το σχολείο προκαλώντας μεγάλους καυγάδες στο σπίτι. Οι παραδοσιακοί θρησκευόμενοι γονείς της, δεν θέλουν το κοριτσάκι τους να τραγουδάει σε μεθυσμένα μπαρ. Επιμένει. Στα 18 της κάνει ακρόαση στη Νέα Υόρκη για μια γερμανική σκηνική παραγωγή του μιούζικαλ “Hair” και μετακομίζει στο Μόναχο όπου ζει πολλά χρόνια, απόλυτα γοητευμένη απ την Ευρωπαϊκή κουλτούρα και έναν Ευρωπαίο. Ένας γάμος, ένας έρωτας με τον Αυστριακό ηθοποιό Χέλμουτ Σόμερ και έγινε για πρώτη φορά μητέρα. Ακόμη κι όταν χώρισε αποφάσισε να κρατήσει το επώνυμό του… αλλά μεταφρασμένο στα αγγλικά γιατί της θύμιζε καλοκαίρι.

Ετοιμάζει το Love to Love You Baby. Βάζει τον μεγάλο παράγωγο της εποχής να καθίσει σε ένα καναπέ, του κλείνει τα φωτά και τον παραδίδει στην αποπλάνηση του τραγουδιού της, το όλο στεναγμούς, βογκητά, ανάσες. Βογκάει οργασμικά πάνω σε ένα πρώιμο techno Euro-metronomic groove, σε ένα οριακό σημείο για την κυρίαρχη ποπ κουλτούρα. Το σεξ για τις γυναίκες τη δεκαετία του 1970 είναι δικαίωμα και η σεξουαλικότητα τους, δεν πρέπει να ταμπού. Όσο ο παραγωγός στα σκοτάδια ακούει, εκείνη είναι ξαπλωμένη στο πάτωμα, σε ένα σκοτάδι φανταζόταν τον εαυτό της ως τη Μέριλιν Μονρό να παίζει τον ρόλο μιας γυναίκας σε σεξουαλική έκσταση. Ο παραγωγός μαγεύεται, τολμά, το τραγούδι σκανδαλίζει, ξεχωρίζει, γίνεται επιτυχία και φυσικά η Ντόνα Σάμερ, σταρ!

Άλλο ένα τραγούδι – επανάσταση και δήλωση! Bad Girls με θέμα την πορνεία! Η Ντόνα Σάμερ, τιμά αυτές τις γυναίκες εργάτριες του σεξ και τις περιθωριοποιημένες και εκείνες της εργατικής τάξης και απαιτεί σεβασμό για όλες. Lady Of The Night, Hot Stuff, Bad Girls, Dim All the Lights, No More Tears η αλλιώς Enough is Enough με τη Μπάρμπαρα Στρέιζαντ! Της άνηκε πια η κορυφή του στερεώματος. Είχε φτάσει στα ύψη της. Είναι η πρώτη Αφροαμερικανίδα καλλιτέχνης που έφτασε στο pop stardom, κερδίζοντας συνολικά 42 επιτυχημένα singles στο US Billboard Hot 100. Άνοιξε τον δρόμο για τόσους μαύρους καλλιτέχνες, και για τον Μάικλ Τζάκσον που θα κέρδιζε τον τίτλο του ως Βασιλιάς της Ποπ στη δεκαετία του ’80. Η δική της μουσική, παρόλο που συνδέεται τόσο συχνά με τη ντίσκο, ξεπέρασε το είδος. Τα new wave, synth-pop, techno και Euro-trance, ποπ, ροκ και R&B στοιχεία ενσωματώνονται και κυριαρχούν στη ζωή της.

Είναι αυτή που με τη φωνή της χορεύει όλος ο κόσμος. Και η εικόνα της γίνεται ονείρωξη και φλεγόμενος πόθος ή πρότυπο. Αγαλματένια, με υπέροχα ζυγωματικά και χείλη, εκθαμβωτικά αστραφτερή, ηγεμονίδα της μόδας, που το στιλ της μιμούνται όλες, σ ολόκληρη την υφήλιο, δένει ως εικόνα απόλυτα με τον ήχο της μουσικής της. Ως αισθησιακή γυναίκα, ως καλλιτέχνιδα, ως μαύρη σε λευκές πολιτείες, απαίτησε και κέρδισε το σεβασμό χωρίς να παραιτηθεί, ποτέ, από το δικαίωμά της να είναι σεξουαλική. Ήταν αχαλίνωτα σέξι, αλλά ποτέ δεν ξέπεσε σε κραυγαλέα. Βασίλισσα της ντίσκο και αυτοκράτειρα της μόδας. Τα είχε όλα πια. Κι όμως…

… Στην άκρη του μύθου, οι σκιές του ανθρώπου. Μιας μόνης γυναίκας, ενός κοριτσιού στα γκέτο, που κανείς δε πίστεψε σε αυτό. Δυο γάμοι, τρία παιδιά, πολλές προσωπικές απαγορεύσεις, διαλυμένοι δεσμοί, ποδοπατημένοι έρωτες. Κατάθλιψη και κρίσεις πανικού. Προσπαθήσει να αυτοκτονήσει. Πολλές φορές. Ομολογεί πως δεν μπορεί να διαχειριστεί την επιτυχία, τα λάθη, την μοναξιά, τη ζωή της. Μόνη της, παθαίνει νευρικό κλονισμό σε ένα άδειο, πλούσιο σπίτι. Το μαύρο κοριτσάκι απ ‘την Βοστόνη που αγαπούσε την Τζόπλιν έχει ραγίσει. Ο μύθος όμως, ατσαλώνεται αρχετυπικά. Η αυτοκαταστροφή των σταρ, βοηθούν στις πωλήσεις. Ο καρκίνος. Η επιστροφή στην εκκλησία. Η αποκήρυξη του Love to Love You Baby. Το κατασταλαγμένο περιθώριο της φρενιτιώδους δόξας. Τους τελευταίους μήνες της ζωής της τους πέρασε στο στούντιο ηχογραφώντας τον νέο της δίσκο, γνωρίζοντας πως μετρά χρόνο με τον καρκίνο και παίζεται η ήττα της στο φώτο φίνις. Στο σπίτι ζωγράφιζε μανιωδώς.

Κάποτε στην Ευρώπη είχε σπουδάσει ζωγραφική αλλά δε βρήκε πότε το χρόνο να φτιάξει όλα όσα ήθελε να πει με χρώματα. Παλεύοντας με τον καρκίνο στο πνεύμονα, αγωνίζεται να προλάβει να πει και στους καμβάδες της όσα την έπνιγαν. Λίγο πριν το τέλος της λέει σε μια συνέντευξη της πως «μου πήρε πολύ χρόνο για να βρω τη δική μου γλώσσα στη ζωγραφική, το δικό μου στίγμα, το ύφος για να πω αυτά που θέλω. Ζωγραφίζω περιλήψεις πια, αυτών που είναι στο μυαλό μου. Φτιάχνω αυτό που αισθάνομαι και όχι εκείνο που βλέπω στον πραγματικό κόσμο. Η τέχνη άλλωστε είναι πέρα απ το πραγματικό.

Ήταν μια αληθινή σούπερ σταρ ντίβα και επίσης εκείνη που άνοιξε το μονοπάτι για την τρέχουσα βασίλισσα της μουσικής τη Μπιγιονσέ. Η τελευταία μόλις έμαθε την είδηση του θανάτου στις 17 Μαΐου του 2012, έκανε την υπόκλιση της λέγοντάς πως: «ήταν πολλά περισσότερα από βασίλισσα της ντίσκο! Ήταν μια έντιμη, συνεπής, ευφάνταστη, υπερταλαντούχος καλλιτέχνιδα με ένα άψογο φωνητικό ταλέντο. Είμαι πάντα η ένθερμή θαυμάστρια της. Άγγιξε πολλές ψυχές και γενιές και θα λείψει τόσο πολύ». Η νέα βασίλισσα είχε ήδη, καθίσει στο θρόνο!

Η οικογένεια της είπε «Η Ντόνα Σάμερ έφυγε και μας άφησε ήρεμους να γιορτάζουμε την συναρπαστική ζωή της και τον θρύλο της που συνεχίζεται». Το κορίτσι της Βοστόνης όμως, στην σειρά όλων εκείνων των γυναικών που αυτοαναφλέχθηκαν στο ταλέντο, στην ευαισθησία, στην τρυφερότητα τους, ουρλιάζει ακόμα, σε ένα σπίτι έρημο, το νευρικό του κλονισμό. Και ακόμα σαν τραγούδι οργασμικό να ακούγεται…
