
Μέσα στον καταιγισμό των σκανδάλων, των ειδεχθών εγκλημάτων, στις ανήκουστες ειδήσεις που πια καταλαμβάνουν την πλειονότητα της ροής των ειδήσεων, μέσα στον ορυμαγδό που προκαλούν οι παιδοβιασμοί, οι δολοφονίες, οι γυναικοκτονίες, η βία στα σχολεία και οι παιδοκτονίες, έρχεται επιπρόσθετα το σκάνδαλο του χρηματισμού της κυρίας Καϊλή και της κυρίας Σπυράκη, να συμπληρώσουν το κρεσέντο της αλλοφροσύνης. Ο κόσμος που ζούσαμε έχει αλλάξει και ο κόσμος που ζούσαμε δεν έχει αλλάξει προς το καλύτερο, αλλά τείνει να γίνεται όλο και χειρότερος, με ένα κοινό που απορροφά την τοξικότητα και τη βία σαν σφουγγάρι, με ένα κοινό που παρακολουθεί και ζητά πια την είδηση που θα τον εξιτάρει και θα τον λυτρώσει από την γκρίζα και ανούσια πραγματική του ζωή, ώστε να βρει χώρο να απελευθερώσει το θράσος και το δηλητήριο του στα μέσα «κοινωνικής δικτύωσης», με ένα κοινό που σχεδόν «τζογάρει» πια στην τρέχουσα επικαιρότητα και «ποντάρει τα ρέστα του», προβλέποντας μάλιστα την εξέλιξη των γεγονότων σαν να πρόκειται για την εξέλιξη αγώνα ποδοσφαίρου.

Ο κόσμος πλέον αποστρέφεται την κανονικότητα, την βαριέται, σνομπάρει και κοροϊδεύει τον ρομαντισμό, την ποίηση, την ποιότητα, το λαϊκό τραγούδι, τον πόνο, τον θρήνο που χρειάζεται μια κατάσταση για να προχωρήσει κανείς παρακάτω, επιζητά την υπερβολή στο φαγητό του, στα «ντοπαρισμένα φαστφουντάδικα» και στις πλατφόρμες τους, επιζητά αδιάφορους τράπερς «καλλιτέχνες» που «αυνανίζονται» μουσικά για να συλλέξουν προβολές και να τον διασκεδάσουν, επιζητά την υπερβολή στο σεξ καταναλώνοντας δωρεάν τσόντες και χάπια κυνηγώντας «ρεκόρ» που έχει στο μυαλό του συγκρινόμενος με πορνοστάρς που δεν απολαμβάνουν εν τέλει το σεξ που γυρίζουν και πολλές φορές βιάζονται από συναδέλφους και παραγωγούς τους. Ο κόσμος πια ζητά τη βία γιατί εθίστηκε σε αυτή. Ο κόσμος ακόμη, επιζητά την κατανάλωση για να υπεραναπληρώσει το κενό της ύπαρξης του στα μπετά της πόλης και στα στενά μπαλκόνια, το κενό της ύπαρξης που τον διαλύει κάθε φορά που το κοιτά και φοβάται να πέσει μέσα του, υπερπροβάλει ένα «εγώ» άδειο, το οποίο πασχίζει να γεμίσει με την επιβεβαίωση των subscribers, των followers, των likes για να αποκτήσει έτσι ένα υπαρξιακό περίγραμμα μέσα από τα μάτια των άλλων, ώστε να καταφέρει να πορευτεί μέχρι τον θάνατο του. Υπερπροβάλει ένα «εγώ» που στέκεται ακριβώς και μόνο στη βάση της υπερπροβολής.

Ο κόσμος δεν έχει όραμα, τα άτομα «χορεύουν στο ρυθμό» των φορέων και των οίκων που ορίζουν τις μόδες, η «αντισυμβατικότητα» πια αποτελεί την πλέον γραφική στάση διότι δεν υπάρχει κοινωνική σύμβαση, ούτε κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο να αντιταχθεί κάποιος με μια θαρραλέα αντισυμβατική στάση, οι ιδεολογίες έχουν χρεωκοπήσει, τα πολιτικά συστήματα δείχνουν υποταγμένα στις πολιτικές των ιδιωτικών εταιριών και των συμφερόντων των διεθνών κεφαλαίων. Θέλουμε όραμα. Θέλουμε όραμα, ατομικό, κοινωνικό, πολιτικό, ένα όραμα που να αποτελεί τον οδηγό μας, το κίνητρο μας, ένα όραμα για το οποίο αξίζει κανείς να σπαταλήσει χρόνια ζωής ώστε να συντελέσει στην επίτευξη του, ένα όραμα που δεν θα στοχεύει στη βολή, αλλά στην ποιοτική βελτίωση της ζωής μας. Να κοπιάσουμε, πρέπει να κοπιάσουμε για να εκτιμήσουμε το αντικείμενο της κατάκτησης. Δεν θέλουμε άλλη κατανάλωση. Θέλουμε ουσία και όχι επικοινωνιακά κόλπα. Κι αφού σχηματίσουμε το όραμα δεν θα έχουμε τίποτα άλλο παρά να κινηθούμε με όλη τη δύναμη της ύπαρξης μας προς αυτό. Για την ποιοτική βελτίωση της ζωής μας. Ζητείται όραμα. Ζητείται ποιότητα. Αν δεν κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση, είμαστε καταδικασμένοι να ξεφουσκώνουμε αργοπεθαίνοντας ανάμεσα σε ψεύτικα «αγαθά», εξαπατημένοι από ψεύτικους «συμβουλάτορες» και «προπονητές ζωής».

Ο Γιώργος Συμνιανάκης, γεννήθηκε στις 26/01/1994 και είναι φοιτητής του τμήματος φιλολογίας, στο ΕΚΠΑ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ηθική Αυτουργία», από τις εκδόσεις «Ανώνυμο Βιβλίό», το 2016 και «Ο τοξότης», από τις εκδόσεις «Όστρια» το 2018. Ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά: «Homo Universalis», «fractal», «Μονόκλ», «ποιείν», «Με ανοιχτά βιβλία».

Στο κείμενο του Γιώργου, οι εικόνες είναι λεπτομέρειες από έργα του σύγχρονου Εσθονού εικαστικού, Βίκτορ Γιεγκόροφ.
