Να, 5 τραγούδια, για τις 25 Ιουνίου, που έφυγε ο Μάικλ Τζάκσον, στα 50, από χειρουργική αναισθησία για να κοιμηθεί

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

Ο Μάικλ Τζάκσον, 50 ετών, άφησε την τελευταία του πνοή στο Λος Άντζελες στις 25 Ιουνίου του 2009, από θανατηφόρα δόση ενός χειρουργικού αναισθητικού. Ήταν τεράστιος σταρ, απ αυτούς με τα ένθεα χαρίσματα, που γίνονται προσωπικές οθόνες προβολής αισθημάτων σε όλους μας, σε όλο το πλανήτη, αδυνατούν να αντέξουν τη μοναδικότητα τους και αυτοεκρύγνυνται με καιόμενη λάμψη στην γήινη ατμόσφαιρα μας, σφηνωμένα σε ουσίες. Ήταν το μέγιστο ίνδαλμα μιας γενιάς, ίδιας μ αυτόν. Μια γενιάς μπερδεμένης, αντιφατικής, αλλόκοτης, επιπόλαιας, ικανής για το σπουδαίο και το πρόστυχο μαζί, για το πάρτι και την μελαγχολία. Την τάχα μου επιτυχία, που ήξερε από χέρι πως και πάλι ήττα θα λογίζονταν και θα πνίγονταν σε αναισθητικό, κυριολεκτικό ή όχι…

Άγρια παιδικά χρόνια. Το παιδί που η οικογένεια του η ίδια έβλεπε ως μηχανή χρημάτων. Ο μοναχικός, εκκεντρικός, μελαγχολικός σταρ της ώριμης ηλικίας. Το φαινόμενο της μουσικής βιομηχανίας. Ο εξαρτημένος άνθρωπος που φοβόταν τα αγγίγματα, το σεξ, τους άλλους ανθρώπους. Οι δίκες για την σεξουαλική παρενόχληση αγοριών. Η συγγνώμη των παιδιών που τον κατηγορούσαν. Τα δικά του παιδιά. Η μετάλλαξη του, σταδιακά, από μαύρο όμορφο αγόρι σε λευκό άφυλλο εξωπραγματικό πλάσμα! Και η ευτυχία που ποτέ δε συναντήθηκε μαζί της. Στο απεγνωσμένο κέντρο ενός κόσμου που μόνο τον εκμεταλευόταν, ένα πεδίο πλουτισμού για χρυσοθήρες. Κάποιοι είχαν το ίδιο αίμα μαζί του. Ο βάναυσος πατέρας. Τα απαιτητικά αδέλφια. Η μάνατζερ μάνα. Χορός, ταλέντο, μουσική, τραγούδια, θρίαμβοι, δόξα, χρήματα και μια ανείπωτη μοναξιά και αναμονή στο βλέμμα. Αναμονή για τι; Τι περίμενε άραγε; Ποια λύτρωση; Ποιο θηρίο εντός του έπρεπε να αποκοιμηθεί με δόση χειρουργείου;

Στα 50 του, με οικονομικά προβλήματα, ξεκινούσε ξανά μια περιοδεία στον κόσμο πριν βρεθεί σε ένα δαντικό καθαρτήριο για σταρς, ως υπογράμμιση μιας θλιβερής πραγματικότητας, που κάποιοι τα χουν όλα, εκτός από ειρήνη με τον εαυτό τους. Χρόνια μετά το θάνατο του, η μάνα του έχει μηνύσει την οργανώτριας εταιρείας AEG Live, που είχε την διοργάνωση των τελευταίων συναυλιών που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ για 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά της AEG Live, σύμφωνα με την οποία αποτέλεσε τραγική αμέλεια εκ μέρους της εταιρείας το γεγονός ότι προσέλαβε τον γιατρό Κόνραντ Μάρεϊ για τη φροντίδα του τραγουδιστή κατά τη διάρκεια των προγραμματισμένων συναυλιών του. Η εταιρεία από την πλευρά της υποστηρίζει ότι ουδέποτε προσέλαβε τον Μάρεϊ, ενώ ισχυρίζεται ότι ο Τζάκσον ήταν εθισμένος σε φάρμακα για πολλά χρόνια, προτού καν υπογράψει τη συμφωνία για τις συναυλίες που θα πραγματοποιούνταν στο Λονδίνο. Τελικά ο γιατρός καταδικάστηκε το 2011 για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Χρόνια μετά το θάνατο του, τα αγόρια ώριμοι άνδρες πια, εμφανίζονται πάλι και ζητάνε λεφτά και είναι τηλεοπτικοί κατήγοροι μιας μνήμης, μιας σκιάς στον Κάτω Κόσμο, σε πολύκροτο ντοκιμαντέρ. Εκείνο το αγόρι που ήταν ο ίδιος, που ο πατέρας το χτύπαγε για να συνεχίσει να χαμογελά και να χορεύει και να τραγουδά και να φέρνει λεφτά κι άλλα λεφτά κι ακόμα παραπάνω, ήταν κουρασμένο απ την εφηβεία του. Την οποία, ούτε στα 50 του, με το λευκό πια χρώμα, την γαλλική φορετή μυτούλα, τα έντονα βαμμένα μάτια, τις κακό – φορεμένες του περούκες, ποτέ δεν έφτασε. ‘Η καλύτερα του, ποτέ του δεν την ξεπέρασε…

Και στη σκηνή, στη μουσική του, στο τραγούδι, στο χορό του ήταν θεϊκός. Αυτό είχε προγραμματιστεί να κάνει από μωρό, αυτό τον είχαν μάθει, έτσι μόνο θα μπορούσε να ζήσει. Και αυτό έκανε. Και ποιος ξέρει πότε το θηρίο τον κοιτούσε απ τον ίδιο του τον καθρέφτη και τον χλεύαζε όπως το κοινό, ο τύπος, στο τέλος της δικής του εποχής. Δεν τραγούδαγε πια το Thriller, αλλά ήταν μέσα σ αυτό, πρωταγωνιστής και ίσως δημιουργός του. Ο γιατρός Μάρεϊ χορηγεί στον σταρ την ουσία για την αντιμετώπιση προβλημάτων σχετικά με τον ύπνο. Φεύγει μέσα σ εκείνον τον πολυπόθητο ύπνο. Ούτε αρρώστιες, ούτε γηρατειά, ούτε άλλη παρακμή. Εξοδος σε μπερδεμένα, αλλόκοτα 50 χρόνια. Η εταιρεία με τον θάνατο βρέθηκε με ένα υλικό στα χεριά της, που ο ξαφνικός θάνατος προσέδωσε ακόμη μεγαλύτερη αξία. Τα παιδιά – άνδρες πια θα μπορούσαν να έχουν κομμάτι. Και η μητέρα – μάνατζερ ήθελε να τον θρηνεί με 40 δισεκατομμύρια δολάρια στους λογαριασμούς της για να νιώσει διακαιομένη για τον θάνατο του χρυσού γιου, που δεν μπορούσε να κοιμηθεί τα βράδια. Πάει και αυτή και χάνεται, με εκατομμύρια ή όχι. Και ο πατέρας τελειώνει. Απόηχος τα τραγούδια του, μόνο, ένας νοερός αντίλαλος όταν εμείς κοιτάμε τις εφηβικές μας φωτογραφίες. Ο βασιλιάς της δική μας γενιάς έκανε βήματα στο φεγγάρι αλλά ήταν πολύ γήινη, από λάσπη η φύση του.  

Και ήταν μια φορά ένας σταρ, που τον έλεγαν Μάικλ Τζάκσον. Τον θυμόμαστε όσοι μεσόκοποι πια, κάποτε χορεύαμε τα τραγούδια του, φλερτάραμε, χωρίζαμε, ερωτευόμαστε με τους ήχους της φωνής του. Κάναμε στον καθρέφτη πρόβες το χορευτικό του βήμα και βγάζαμε ιαχές σαν τις δικές τους στα video τότε, στο τόσο πρωτοποριακό MTV, που ποτέ δεν θα πέρναγε η μπογιά του. Αγοράζαμε cd και όλο χορεύαμε ώσπου ξέπνοοι να βεβαιωθούμε, ότι ναι, έχουμε χαρά και μπορούμε να είμαστε ακόμα στο πάρτι. Τώρα, πια έχουμε ηχήσει την υποχώρηση μας σιγά σιγά, μαζί με τους σταρς μας και τους καινούργιους ίσα που τους ξέρουμε, μετά βίας τους ανεχόμαστε. Και ξανά μωρέ, αυτός, για μας το λέει, πως δε μας θέλουνε πια και ούτε καν για τσαμπουκά δε πάει η φάση: «… No one wants to be defeated, showin’ how funky and strong is your fight, it doesn’t matter who’s wrong or right: Just beat it… beat it… Just beat it, beat it…».