Άραγε, να πέρασε η Μαφάλντα κλιμακτήριο;

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

Δεν αναρωτιέμαι για τους επικούς ήρωες. Εκείνους που με το οριακό τέλος της νιότης, γκρεμίστηκαν από τα βάθρα τους. Όχι. Δε λέω για τον Οδυσσέα, που πέθανε από το χέρι του γιου του με την μάγισσα Κίρκη, γυναίκα του, πιο πολύ απ την ίδια την Πηνελόπη, με την οποία έκανε 4 παιδιά! Ούτε για τον Ιάσωνα, που γερασμένος, με νεκρά βλαστάρια και σκοτωμένη νύφη, παρατημένος απ την γυναίκα που όμοια της δεν είχε, την Μήδεια, καθόταν στο λιμάνι και κοίταζε την Αργώ να σαπίζει, χωρίς ταξίδια και ήρωες, ώσπου ένα κομμάτι ξύλου απ το παλιό σκαρί, τον λυπήθηκε, ξεκόλλησε κι έπεσε στο κεφάλι του, νεκρός απ το ίδιο πλοίο του αλαζονικού ηρωισμού του. Ούτε για τον  που φορώντας τον γιορταστικό χιτώνα της παρατημένη Δηιάνειρα για τη νεότερη Ιόλη, τον βουτηγμένο σε δηλητηριώδες  αίμα Κενταύρου, κατάκαψε τις σάρκες του και τον τρέλανε από πόνο. Ξέρουμε όλων εκείνων την μοίρα. Οι Θεοί αντάμειβαν τον ηρωισμό με τρέλα, πονεμένα γηρατειά, εκδίκηση και τιμωρία για την ύβρη να τολμήσουν να λοξοκοιτάξουν πως είναι να είσαι έξω απ τα μέτρα των θνητών. Για τους άλλους, λέω. Τους ήρωες της αιωνίας παιδικότητας. Τους φτιαγμένους από χαρτί και χρωματιστή μελάνι. Τι να απέγιναν; Περνάνε μεσόκοπη φάση σαν την δική μας και γέρνανε; Γερνάνε μαζί μας;  

Άραγε όταν γέρασε ο Οβελίξ και δεν μπορούσε να σηκώσει τεράστια μενίρ με το ένα χέρι, ή να κυνηγήσει αγριογούρουνα, έμενε, στις καλύβες του χωριού, ξεχασμένος, με ξέπλεκες κοτσίδες και προσπαθούσε να θυμηθεί λεπτομέρειες από ένα παρελθόν περιπετειώδες και όλο δύναμη;Να βαρέθηκε να είναι ο δυνατός ακόλουθος του κεντρικού ήρωα, εκείνου του απαξιωτικού όλο ανωτερότητα φίλου Αστεριξ; Να επαναστάτησε σ αυτή τη σχέση που ερχόταν δεύτερος και απουσίαζε ακόμα από και τον τίτλο; Και ο Λουκυ Λουκ, χάνοντας τη Ντόλυ, αφέθηκε ρίχνοντας τη σέλα της στον ώμο, στη δίψα της ερήμου, κάπου στην Αριζόνα, ίσως στη Ντακότα, ή Γιούτα, παρέα με κροταλίες και κογιότ, να περπάτα πια, μόνος στα αλήθεια, μέσα στο ηλιοβασίλεμα, ώσπου κάνεις δεν τον θυμόταν πια και δεν τον είχε ανάγκη;

Κάποτε ο Τσάρλι Μπράουν θα ενηλικιώθηκε. Και η Μαφάλντα -δε μπορεί!- θα πέρασε κλιμακτήριο. Και ίσως η Νταίζη Ντακ να χειραφετήθηκε και να έπαψε να κυνηγά τον Ντόναλντ, πάνω σε ψηλά τακούνια σα μικρές βαρκούλες χωρίς λιμάνι. Και τα τρία, ορφανά πάντα, αφημένα στην καλοσύνη των θείων ανιψάκια, ο Χιούι, ο Λιούι και ο Ντιούι, να πήγανε κολέγιο, να γίνανε τα αντιπαθητικά πλουσιόπαιδα, με τα λεφτά του Σκρουτζ, που κάποτε κληρονόμησαν; Η Ολίβ να έκανε, κάποτε, θεραπεία για νευρική ανορεξία;  Ο Μπλεκ; Να κρέμασαν οι μύες του και το καλό – γραμμωμένο, πάντα επιδεικτικά, κάτω από το γούνινο, μικρό γιλεκάκι γυμνό σώμα; Φύγαν και οι Άγγλοι στρατιώτες, αποδεκατίστηκαν και οι Ινδιάνοι, τι έμεινε να αντιμάχεται και να μισεί; Να έμεινε καραφλός ο Μπλεκ με τα μακριά ξανθά μαλλιά, που στην νιότη του ήταν η πλέον ναρκισσιστική περιφορά ανδρικής καλλονής;  

Οι ήρωες της αιώνιας παιδικότητας, δεν μπορεί, θα γέρασαν μαζί με μας, κάποτε ή μήπως να γίνανε χαρτοπολτός πριν προλάβουν να ενηλικιωθούν και χάσουν το λαμπερό κόκκινο και κίτρινο των εξωφύλλων τους;