8η νύχτα συγκρούσεων και η 6χρονη Τζιάνα που πρέπει να καταλάβει τι είναι ο θάνατος

ΑΠΟ SPOTLIGHTPOST TEAM

8η μέρα! Διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες, συγκρούσεις και πορείες, συνθήματα και χημικά, υψωμένες γροθιές και γκλοπ στον αέρα. Εικόνες απ αυτές που δεν περιμένεις πως θα συνέβαιναν ποτέ στην Αμερική. Οι ξένοι -εμείς, εδώ- ξέρουμε και έχουμε ζήσει! Μα τώρα κοιτάμε μουδιασμένοι! Οι νέοι αλλάζουν video στα κινητά τους, με μια ενημέρωση για ότι συμβαίνει απ άκρη σ άκρη όλων των Πολιτειών. Ένα νεαρός Αφροαμερικάνος, με σπασμένη φωνή, μιλάει από καρδιάς με σπασμένη φωνή στους αστυνομικούς. Πίσω άλλα παιδιά. Όλοι γονατισμένοι.

Οι αστυνομικοί ακούνε τον έφηβο ρήτορα, να τους λέει πως είναι αδέλφια, πως είναι και αυτοί παιδιά του λαού, πως όλοι είναι ένα. Από το βάθος δυο αξιωματικοί έρχονται και το συλλαμβάνουν! Οι πιτσιρικάδες οργίζονται. Αρχίζουν φωνές και βρισιές. Το βίντεο κόβεται απότομα. Άλλου μια κοπελίτσα δείχνει το σημάδι της στο μέτωπο από πλαστική σφαίρα. 8η μέρα! Και οι πιτσιρικάδες ένας με τον άλλον, κανονίζουν και σ άλλες πόλεις διαμαρτυρίες. Και σ άλλες γειτονίες. Ακόμα και στα «λευκά προάστεια» της μεσαίας και λίγο προς τα πάνω κοινωνίας.

8η νύχτα και το πρωί ειδήσεις, απ όπου έχει ξημερώσει στην Αμερική. Η κυκλοφορία έχει απαγορευτεί, αλλά οι νύχτες έχουν οργή και βία. Εχθές, στη γενέτειρα του Τζορτζ Φλόιντ, στο Χιούστον, έγινε πορεία μνήμης, με χιλιάδες κόσμο να βαδίζει και να φωνάζει το όνομα του και το «Δεν μπορώ να ανασάνω». Εκεί και οι συγγενείς του 46χρονου. Και ο δήμαρχος. Και ο αρχηγός της αστυνομίας που έδωσε συνέντευξη στο CNN και έκανε τους Αμερικάνους να βουρκώσουν. Εκεί και η 6χρονη κόρη του, η Τζιάνα, να σφίγγεται πλάι στην μάνα της, την Ρόξι Ουάσινγκτον, σε συνέντευξη Τύπου. Άστραφταν τα φλας και άναβαν τα φώτα απ τις κάμερες! Μικρός άνθρωπος, η Τζιάνα, τόσος δα, κατέβαζε τα μάτια, δεν κοίταζε σε πρόσωπα, έψαχνε το σώμα και το χέρι και τη ζέστη της μάνας της. Λέγανε που λείπει ο μπαμπάς της γιατί πέθανε. Τι να καταλάβει 6 χρονών παιδί, από θάνατο; Εδώ 106 φτάσαμε και ακόμα δε νογάμε το παράλογο του «ποτέ πια»…   

 «Η Τζιάνα δεν έχει πατέρα. Δεν θα τη δει ποτέ να μεγαλώνει, να αποφοιτά. Δεν θα την παραδώσει ποτέ στον γάμο της», λέει κλαίγοντας η μάνα της. «Είμαι εδώ για το μωρό μου, είμαι εδώ για τον Τζορτζ, γιατί θέλω δικαιοσύνη για εκείνον, γιατί ήταν καλός άνθρωπος. Και αυτή είναι η απόδειξη ότι ήταν καλός άνθρωπος», συμπλήρωσε, δείχνοντας την κόρη της! Έξω βογκούσε η νύχτα, οι καπνοί, οι φωνές, τα τρεχαλητά.

Για τον Φλόιντ, για την Τζιάνα, για τη μάνα που θα μεγαλώσει ορφανό, για την φτώχεια, την αδικία, το να σαι δεύτερη κατηγορία απ την απόχρωση του δέρματος, για την ανεργία, τις κομμένες ευκαιρίες, τον ρατσισμό,  τους φόρους, τη ακρίβεια, την κούραση, το σπάνιο μισθό, την αρρώστια και πως να πληρώσεις τον γιατρό, τα γκέτο, τα ναρκωτικά που πλημμύρισαν τις φτωχογειτονιές, τους άστεγους που κοιμούνται στα βαγόνια των μετρό και κάτω από γέφυρες σε χαρτόκουτα και σε κόχες από δημοσιά κτήρια, για τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς αν θες να βγάλεις μεροκάματο της προκοπής, που απαγορεύεται να καθίσεις και πρεπει και να χαμογελάς, για το ότι έχεις αξία όση η πίστωση σου, για τις σπουδές που δε θα κάνεις αν δεν έχεις πλουσίους γονείς, για τα νοίκια που είναι απαγορευτικά, για εκείνο το όνειρο, που φτιάχτηκε από τους περιττούς, τους αποκλεισμένους, τους απελπισμένους κάποτε της Ευρώπης και τώρα μοιάζει, ξέφτια…