
Στις 25 Ιουνίου ολοκληρώθηκε η δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, στο πλαίσιο των εθνικών εκλογών της χώρας με την σαρωτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας και την κατακρήμνιση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α από το βάθρο της ισχυρής αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και από το βάθρο του κόμματος εξουσίας. Είχαν προηγηθεί οι εκλογές του Μαΐου, με το σύστημα της απλής αναλογικής, όπου το αποτέλεσμα προκάλεσε πρωτοφανή αμηχανία τόσο στους νικητές, όσο και στους ηττημένους. Η Νέα Δημοκρατία κατάφερε κάτι πρωτοφανές για τα ιστορικά και πολιτικά δεδομένα της χώρας, καθώς ποτέ άλλοτε κυβερνών κόμμα, δεν κέρδισε δεύτερη τετραετία με μεγαλύτερο ποσοστό από την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του, ενώ μάλιστα ένα μήνα πριν είχε να διαχειριστεί ένα τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα με 57 νεκρούς στα Τέμπη. Ακόμη ένα στοιχείο το οποίο χρήζει αναφοράς σε αυτές τις εκλογές, είναι η συντριβή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και του Αλέξη Τσίπρα σε τέτοιο βαθμό, που καθιστά πλέον τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως κοινοβουλευτικό μονάρχη, καθώς η αξιωματική αντιπολίτευση λόγω ανεπαρκούς ποσοστού δεν μπορεί να ασκήσει ούτε το δικαίωμα της πρότασης δυσπιστίας.

Άξια αναφοράς είναι και η εδραίωση της άκρας δεξιάς με την είσοδο τριών ακραίων φωνών στο κοινοβούλιο (Νίκη, Πλεύση Ελευθερίας, Σπαρτιάτες) ως συμπλήρωμα στο κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου. Εδώ να επισημανθεί ότι ο πρόεδρος των Σπαρτιατών κύριος Βασίλης Στίγκας και ο πρόεδρος του κόμματος ΝΙΚΗ Δημήτρης Νατσιός, είχαν συνυπάρξει στο κόμμα ΡΙΖ.Ε.Σ. του Βασίλη Καπερνάρου. Το εκλογικό αποτέλεσμα, αποτελεί τον καθρέφτη των επιλογών της κοινωνίας στις κάλπες. Οι πολίτες ενστικτωδώς έχουν σχηματίσει άποψη από τα οικονομικά, τα πολιτικά και τα κοινωνικά ερεθίσματα που λαμβάνουν. Είναι προφανές ότι η ελληνική κοινωνία έπειτα από την δεκαετή κρίση, αλλά και την δοκιμή της αριστεράς, έστω, αυτή του Αλέξη Τσίπρα στο τιμόνι της χώρας για 4,5 χρόνια, απορρίπτει πλέον μια αντιδραστική αριστερά που δεν έχει ρεαλιστικές προτάσεις, απορρίπτει την παροχολογία, επιζητά αυτοδύναμη κυβέρνηση, παράλληλα αναδεικνύει ακραίες φωνές που προέρχονται από τα δεξιά της δεξιάς, ως αντίδραση πιθανότατα στην ολοένα αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα και ως μοχλό πίεσης στην ήδη ισχυρή δεξιά κυβέρνηση, ενώ θα μπορούσε να προσθέσει κανείς και η κοινωνία προβάλλει την ανάγκη για οχύρωση και για αυτοδιάθεση, ρεύματα άλλωστε κυρίαρχα στην νότια αλλά και στην βορειοανατολική Ευρώπη. Η κυβέρνηση, θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη αυτή την λαϊκή εντολή. Η διαχείριση των ελληνοτουρκικών, η ακρίβεια, ο τομέας της υγείας, η ενεργειακή και υγειονομική κρίση καθώς και η υγιής λειτουργία της διάκρισης των εξουσιών, ήταν οι τομείς για τους οποίους την προηγούμενη τετραετία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δέχτηκε σφοδρή κριτική αλλά και επαίνους για συγκεκριμένα ζητήματα.

Το αποτέλεσμα των εκλογών, σηματοδοτεί την κατάρρευση δύο πολύ βασικών δομικών χαρακτηριστικών της μεταπολίτευσης: Την ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς και τον δικομματισμό. Η Ελλάδα έχει περάσει σε μια νέα φάση, η οποία την βρίσκει μονοκομματική και ακραία συντηρητική. Το πλέον ανησυχητικό είναι το ρεύμα του καταδικασμένου ναζί Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος με ένα tweet κατάφερε να περάσει στο κοινοβούλιο ως άλλος Μωυσής τους Σπαρτιάτες με σχεδόν 5% ένα κόμμα μέχρι πρότινος άγνωστο στο ευρύ εκλογικό σώμα, χωρίς θέσεις, χωρίς γραφεία, χωρίς ταυτότητα. Η δοκιμή της αριστεράς ως κυβέρνηση και η απόρριψη της ως ισχυρή αντιπολίτευση θα αναδείξει στην Ελλάδα σε βάθος χρόνου την άκρα δεξιά ως δεύτερο ισχυρό πόλο. Αν μάλιστα αυτός εκφραστεί με επιχειρήματα από ένα ηγετικό πρόσωπο, τότε πολύ φοβάμαι, ότι η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα καθαρά ακροδεξιό κόμμα. Γι’ αυτό λοιπόν η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, θα πρέπει να είναι κυβέρνηση που θα κινηθεί μετριοπαθώς, ταπεινά και να μεριμνήσει για την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, να λάβει υπόψη την ταπεινωμένη πατριωτική συνείδηση των Ελλήνων από την κρίση των μνημονίων, αλλά και από τις απειλές των Τούρκων και να ασκήσει σώφρονα εξουσία. Διαφορετικά ο «χρυσαυγιτισμός» δυστυχώς θα επανέλθει πολύ πιο σοβαρός, χωρίς τάγματα εφόδου και προσιτός σε έναν λαό που θα υποφέρει.

Ο Γιώργος Συμνιανάκης, γεννήθηκε στις 26/01/1994 και είναι φοιτητής του τμήματος φιλολογίας, στο ΕΚΠΑ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ηθική Αυτουργία», από τις εκδόσεις «Ανώνυμο Βιβλίό», το 2016 και «Ο τοξότης», από τις εκδόσεις «Όστρια» το 2018. Ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά: «Homo Universalis», «fractal», «Μονόκλ», «ποιείν», «Με ανοιχτά βιβλία».
