
Τον τελευταίο μήνα, η ελληνική κοινωνία, στέκεται αποσβολωμένη από τις αποκαλύψεις θυμάτων βιασμού, παιδεραστίας και ψυχικής – λεκτικής βίας στον χώρο του θεάτρου. Ηθοποιοί βεληνεκούς, σκηνοθέτες ολκής και θεατρικοί παράγοντες, βιώνουν ως φερόμενοι θύτες μια εκκωφαντική πτώση στη συνείδηση του τηλεοπτικού και θεατρικού κοινού, που έως τώρα τους αγαπούσε για το ταλέντο τους. Οι διαστάσεις που έχει λάβει το συγκεκριμένο ζήτημα, ανάγκασε τον διεθνή τύπο, να στρέψει το βλέμμα του, στις εγχώριες εξελίξεις του καλλιτεχνικού κόσμου.

Ηθοποιοί εξεγείρονται, ο κόσμος στη συντριπτική του πλειοψηφία εκφράζει την οργή του και την καταδίκη του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και με την θυσία των πληγωμένων ανθρώπων που υπέστησαν βία, κάτι φαίνεται να αλλάζει στην αντίληψη της κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το κλίμα της σύσσωμης υποστήριξης των θυμάτων και την απόλυτη καταδίκη των φαινομένων βίας στο θέατρο και των προσώπων που την ασκούσαν, το υπουργείο πολιτισμού και η υπουργός Λίνα Μενδώνη, μέχρι πρότινος, αδυνατούσε (;) να λάβει δράση και να τοποθετηθεί έστω με μια ανακοίνωση και μια υπόσχεση, ότι το αρμόδιο υπουργείο είναι στο πλευρό εμπράκτως των πληγέντων με την κίνηση διαδικασιών διερεύνησης και εξυγίανσης του καλλιτεχνικού χώρου. Ωστόσο, έπειτα από καταγγελία 25χρονου που κατέδειξε πασίγνωστο ηθοποιό – σκηνοθέτη και πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου ως βιαστή του, σε ένα έγκλημα το οποίο φαίνεται πως δεν έχει παραγραφεί, η υπουργός πολιτισμού “αναγκάστηκε” να λάβει επιτέλους θέση. Η κυρία Μενδώνη, τοποθετήθηκε και παρουσίασε τον εαυτό της, αλλά και τον πρωθυπουργό ως θύματα του εν λόγω κυρίου, καθώς φαίνεται πως υπήρξε συνάντηση της ίδιας στο υπουργείο πολιτισμού με τον καταγγελλόμενο το προηγούμενο διάστημα και αφού προέβει σε ένα κρεσέντο εσφαλμένης πολιτικής και επικοινωνιακής τοποθέτησης επί του θέματος λέγοντας πως “με υποκριτική τέχνη μας εξαπάτησε”, είπε το προφανές: “ο καταγγελόμενος είναι ένας επικίνδυνος άνθρωπος”.

Η υπουργός πολιτισμού, αποποιήθηκε των ευθυνών της, καταφεύγοντας στην εύκολη λύση της καταδίκης του καταγγελόμενου και “ξεγλίστρησε” με μια φθηνή θυματοποίηση του εαυτού της, που δεν αναλογεί σε καμία των περιπτώσεων στις διαστάσεις των ευθυνών της. Τι εμπιστοσύνη λοιπόν εμπνέει πλέον μια υπουργός, η οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση και επέδειξε ανικανότητα να σταθεί στο ύψος της θέσης της; Ποιό είναι το πολιτικό όφελος που θα αποκόμιζε η κυρία Μενδώνη, αν από την πρώτη στιγμή κινούσε τους μηχανισμούς του υπουργείου της ώστε να επέλθει “κάθαρση” στον καλλιτεχνικό χώρο και ποιό θα είναι το όφελος, τώρα που την ύστατη στιγμή, βγάζει απλώς “στον ντάκο” τον καταγγελλόμενο χωρίς καμία διάθεση αυτοκριτικής; Επειδή, λοιπόν, η ουσία της πολιτικής πέρα από την εφαρμογή του πολιτικού προγράμματος του κόμματος που αναλαμβάνει την εξουσία, είναι η ανάληψη δράσης όταν το επιτάσσουν οι κοινωνικές συνθήκες, επειδή πέρα από το χαρτοφυλάκιο και τους στόχους ενός υπουργείου, προηγείται (η θα πρέπει να προηγείται) η αξιοπρέπεια και η ηθική πρωτίστως του ίδιου του υπουργού και κατ’ επέκταση κάθε πολιτικού (ιδίως σε υπεύθυνη θέση), σε τέτοιες εξόφθαλμες περιπτώσεις λοιπόν η παραίτηση θα πρέπει να αποτελεί μονόδρομο και επιτέλους ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να βλέπουμε πολιτικούς που κατέχουν θέσεις, να παραιτούνται. Ας κάνει λοιπόν την αρχή η κυρία Μενδώνη, αφού δυστυχώς στο παρελθόν σε ανάλογες ή χειρότερες κρίσεις, κανένας υπουργός ή πρωθυπουργός δεν το είχε κάνει.

Ο Γιώργος Συμνιανάκης, γεννήθηκε στις 26/01/1994 και είναι φοιτητής του τμήματος φιλολογίας, στο ΕΚΠΑ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ηθική Αυτουργία», από τις εκδόσεις «Ανώνυμο Βιβλίό», το 2016 και «Ο τοξότης», από τις εκδόσεις «Όστρια» το 2018. Ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά: «Homo Universalis», «fractal», «Μονόκλ», «ποιείν», «Με ανοιχτά βιβλία».
