
Στο κέντρο της Αμερικής, κλειστοφοβική χωρίς διέξοδο σε θάλασσα, με μικρές οροσειρές, απέραντα λιβάδια, μεγάλα δάση και άγριες καιρικές συνθήκες. Οκλαχόμα! Κάποτε Γερμανοί, Ιρλανδοί, Άγγλοι έφταναν εδώ, στη συμβολή τριών μεγάλων αμερικανικών περιοχών, που πέρναγε ο «δρόμος για τις βοϊδάμαξες» των αποίκων και στάθηκαν. Κανονικά ήταν ένα κυβερνητικά κατοχυρωμένο έδαφος για τους ιθαγενείς Αμερικανούς, που όμως χάθηκαν σιγά σιγά αφήνοντας μόνο στα χαρτιά καταγεγραμμένο το γεγονός πως εκεί ζούσαν και μιλιόντουσαν οι περισσότερες διάλεκτοι του αυτόχθονων. Σ όλη την πολιτεία η πίστη των Ευαγγελικών δίνει χαρακτηριστικά στη ζωή, με τις Κυριακές στην εκκλησία, το διάβασμα της Βίβλου συστηματικά και την ενοχική θλίψη για την πανταχού παρούσα αμαρτία. Εδώ λοιπόν, βρίσκεται η Τάλσα ή Τούλσα, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην πολιτεία Οκλαχόμα, την οποία έχει προτάξει και ορίσει για την διαμαρτυρία των Αφροαμερικάνων ο πρόεδρος Τραμπ, σε μια προσπάθεια κατευνασμού των μεγάλων συγκεντρώσεων του καλοκαιριού του 2020 απ άκρη σε άκρη της Αμερικής. Και η ιστορία που συνέβηκε εδώ, όσον αφορά στον μαύρο πληθυσμό των ΗΠΑ είναι αιματηρή, τραγική, γεμάτη αδικία, μίσος και παραλογισμό. Όπως όλες. Όπως πάντα.

Όμως αυτή εδώ είναι η πιο άγρια και ίσως η χειρότερη όλων των ρατσιστικών διωγμών. Είναι μια σφαγή. Με κρυμμένους νεκρούς, μαζικούς τάφους, κρεμασμένους, σακατεμένους επιζώντες, πλήρη αγνόηση απ το κράτος και χωρίς δικαιοσύνη. Και φυσικά τα θύματα είναι όλοι μαύροι! Χρειάστηκαν 76 χρόνια, έτσι για να ερευνηθεί, έστω υποτυπωδώς, η ιστορία. Από την έρευνα του 1997, δόθηκαν στην δημοσιότητα κάποιες φωτογραφίες. Είναι απάνθρωπες! Σκληρές! Φρικαλέες! Επιλέγουμε κάποιες, που ίσως αντέχονται πιο πολύ! Τις άλλες, ούτε να τις φανταστείτε…

Οι εύποροι μαύροι του Black Wall Street, που φθονούσαν οι λευκοί
Στα 1920 η συνοικία Γκρίνγουντ, στην Τούλσα ήταν αναπτυγμένη, εύρωστη οικονομικά, με εύπορους Αφροαμερικάνους κατοίκους, που εργάστηκαν σκληρά και απολαμβάναν μια ωραία ζωή, τόσο ώστε η γειτονιά τους να αποκαλείται Black Wall Street. Η πλούσια σε πετρέλαια περιοχή, είχε προσφέρει έδαφος στην κοινότητα των Αφροαμερικάνων να ακμάσουν και να κάνουν το Γκρίνγουντ, ένα κομψοτέχνημα αρχιτεκτονικής, καθαριότητας και δημιουργικότητα. Οι περισσότεροι ήταν επιχειρηματίες, γιατροί και δικηγόροι και μια σειρά από μοντέρνα καταστήματα, έκανε τη γειτονιά να σφύζει από ζωή. Πολυτελή εμπορικά, λουσάτα κομμωτήρια, δύο λουξ κινηματογράφοι, νυχτερινά μαγαζιά με live γκρουπ και καλλιτέχνες, τα γραφεία δυο εφημερίδων, καφέ, εργαστήρια εικαστικά και ατελιέ μοδιστρικά συνθέταν μια υπέροχη ζωή για την κοινότητα των Αφρομερικανών. Μόνο που οι λευκοί που δεν τα χαν καταφέρει έτσι, αρχίσαν να δυσφορούν με την προκοπή των εύπορών μαύρων της Τούλσα.

Η ρατσιστική Κου Κλουξ Κλαν γινεται πανίσχυρη και τρεις χιλιάδες μέλη κάνουν αισθητή τη βίαιη παρουσία τους σε όλη την Οκλαχόμα, με φλεγόμενες σταυρούς έξω από σχολεία, εκκλησίες και σπίτια διαπρεπών μαύρων, με δολοφονίες από οπλισμένους λευκούς και με συνήθεια να κρεμάνε νέους, μαύρους άντρες μες στη νύχτα. Τη 1η Ιουνίου του βαριού, καυτού καλοκαιριού του 1921 ξέσπασε τόση ρατσιστική βία, που θεωρείται η χειρότερη στην ιστορία των ΗΠΑ.

Η υποτιθέμενη απόπειρα βιασμού της λευκής από τον μαύρο
Στις 30 Μαϊου του 1921, ο 19χρονος Αφροαμερικάνος Ντικ Ρόουλαντ, γεμάτος από τη χάρη και την ενέργεια της τόσο άγουρης νιότης του μπαίνει στο ασανσέρ ενός κτηρίου μαζί με την 17χρονη λευκή χειρίστρια ασανσέρ, την Σάρα Πέιτζ. Πριν τον τρίτο όροφο ακούγεται όλο ένταση η κραυγή του κοριτσιού. Πετάχτηκαν και οι δύο έξω από το ασανσέρ. Οι λευκές γειτονιές της πόλης αμέσως βουίξαν. Ο νεαρός αποπειράθηκε να βιάσει το κορίτσι! Ποτέ δεν αποδέχτηκε τίποτα. Και τι βιασμός να γίνει με το φως του ήλιου σε ένα ασανσέρ άλλωστε! Εμπρηστική η εφημερίδα «Τούλσα Τρίμπιουν» συνηγορεί στην πρόθεση βιασμου μιας λευκής από έναν μαύρο και καλεί σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας τους λευκούς.

Ο Ντικ Ρόουλαντ συλλαμβάνεται και παραπέμπεται σε δίκη. Το βράδυ οργισμένοι λευκοί συγκεντρώνονται έξω απ το κτήριο που κρατούταν ο Ρόουλάντ. Μια μικρότερη ομάδα Αφροαμερικανών, αποτελούμενη κυρίως από βετεράνους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισαν να καταφτάνουν στο ίδιο μέρος, για να προστατέψουν τον 19χρονο έφηβο σε περίπτωση επίθεσης εις βάρος του.

Κτηνωδία, βία, εν ψυχρώ δολοφονίες, βιασμοί, λεηλασίες και φλόγες
Την 1η Ιουνίου 1921, μαζεύονται 1.500 έξαλλοι λευκοί άντρες με όπλα και περικυκλώνουν τους μαύρους. Οι λευκοί αρχίσαν με μένος να καίνε τα κτήρια της περιοχής, να λεηλατούν σπίτια και μαγαζιά, να αρπάζουν πολύτιμα αντικείμενα, κοσμήματα, λεφτά, να βιάζουν ως αντίποινα και καλά, γυναίκες, να πυροβολούν και να κρεμούν στα δέντρα Αφροαμερικάνους. Για 18 ώρες η Τούλσα φλεγόταν και οι νεκροί μαύροι έπεφταν ο ένας μετά τον άλλον, μέσα σε ανείπωτη κτηνωδία.

Η επόμενη μέρα θα βρει την όμορφη, κομψή γειτονιά του Γκρίνγουντ, όλη στάχτη, γεμάτη αποκαΐδια και καπνούς. Η Εθνική Φρουρά κήρυξε στρατιωτικό νόμο και απαγορεύτηκε στους… μαύρους να κυκλοφορούν! Οι εφημερίδες της εποχής, μιλούσαν για θύματα, ελάχιστους λευκούς όλης αυτής της κτηνώδους επίθεσης. Αρχίσαν, όμως, οι μαύροι να αναζητούν τους ανθρώπους τους και να πενθούν τους χαμένους τους και, έτσι, αναγκάστηκαν να αναφέρουν και κάποια θύματα απ τους Αφροαμερικανούς. Λέγανε πως τριάντα ήταν οι νεκροί. Μετα έγιναν εκατό. Τελικά είχαν ξεπεράσει τους τριακόσιους. Οκτώ χιλιάδες μαύροι είχαν μένει άστεγοι!

Οι λευκοί κάγχαζαν ικανοποιημένοι. Οι φωτιές στη γειτονιά και οι ταραχές γίναν καρτ ποσταλ που έγραφε «Tulsa Race Riot», εννοώντας πως ήταν μια σύγκρουση για την οποία φταίγανε και οι δυο πλευρές. Τα αμείλικτα νούμερα, τα εμπρηστικά πρωτοσέλιδα, οι κατηγορίες χωρίς στοιχεία κατά του 19χρονου νεαρού, δείχνουν πως επρόκειτο για μια σφαγή, φτιαγμένη από μίσος, φθόνος και ρατσισμό που οδήγησε στην καταστροφή, τον θάνατο, την φωτιά.

Η δικαιοσύνη δεν έφτασε ποτέ στην Τούλσα…
Ο Ντικ Ρόουλαντ έφυγε από την πόλη, δεν επέστρεψε ποτέ πίσω. Τον επόμενο καιρό οι μαύροι του κάποτε περίκομψου Γκρίνγουντ της γεμάτης πετρέλαιο Τούλσα, έμειναν σε σκηνές, βοηθούσαν ο ένας τον άλλον και δουλέψαν πέρα από ανθρώπινες δυνάμεις για να φτιάξουν ξανά τα σπίτια τους, τις εκκλησίες τους, τα μαγαζιά τους, τα σχολεία τους.

Κάνεις δεν τους βοήθησε. Ούτε δικαιοσύνη αποδόθηκε. Κανένα κράτος δεν εμφανίστηκε να ερευνήσει την υπόθεση, ή να στηρίξει τις άστεγες και κατεστραμμένες οικογένειες να ξαναστήσουν τις ζωές τους. Χρειάστηκε να περασουν εβδομήντα έξι ολόκληρα χρόνια και το 1997, η πολιτεία της Οκλαχόμα να δημιουργήσει μια επιτροπή για την τεκμηρίωση των γεγονότων. Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν ήταν κυρίως από μαρτυρίες επιζώντων και από έγγραφα που είχαν αφήσει άνθρωποι που σκοτώθηκαν εκείνες τις μέρες που βεβαίωναν πως κάποτε υπήρξαν μιας και ούτε τα πτώματα τους δεν είχαν βρεθεί.

Τελικά, σε ένα νεκροταφείο, σε τάφο που είχαν ταφεί μόλις δυο νεκροί από την δολοφονική επιχείρηση των λευκών, βρήκαν έναν μαζικό τάφο, με μια σωρεία πτωμάτων, το ένα ριγμένο πάνω στο άλλο. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Επιτροπή πρότεινε στην πολιτεία της Οκλαχόμα να καταβάλλει 33 εκατομμύρια δολάρια για την αποκατάσταση της περιοχής και για τη στήριξη των 121 επιζώντων θυμάτων. Ο νόμος δεν πέρασε. Τον Απρίλιο του 2002, ένα ιδιωτικό θρησκευτικό φιλανθρωπικό ίδρυμα, δώρισε 28.000 δολάρια στους επιζώντες. Για τη δολοφονία εκατοντάδων μαύρων, την εξαφάνιση τους, την καταστροφή και τη λεηλασία της περιουσίας, τα καμένα τους σπίτια, τις διαλυμένες οικογένειες, την ζωή που κάηκε από μίσος, κανείς, ποτέ, δεν τιμωρήθηκε…
