
Την Μαρία Παναγοπούλου -Παναγοηλιοπούλου, όπως είναι το πραγματικό της επίθετο, που άλλαξε γιατί δυσκόλευε τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς των εκπομπών του ΣΚΑΪ, όταν ξεκίνησε να δουλεύει σαν ρεπόρτερ- την ξέρω χρόνια. Σε ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, περιοδικά και εφημερίδες, δημόσιες σχέσεις και επικοινωνία συναντιόμασταν πάντα. Και εκείνη ξεχώριζε. Πάντα συνεπής και σοβαρή επαγγελματίας. Υπέρκομψη, αλλά ποτέ κραυγαλέα, σαν να βγαίνε από παρισινά editorial μόδας! Τόσο που της είχα κολλήσει το Κατρίν, που παραπέμπει στη Ντενέβ, φυσικά και στην διακριτική, αλλά καταλυτική κομψότητα της. Όλες απ τη πολύωρη δουλειά, θαμπώναμε και μαραζώναμε, αλλά η Μαρία κατάφερνε πάντα να εμφανίζεται σαν δροσερό, αναζωογονητικό αεράκι. Στη δουλειά είπε πολλά «όχι», σε προτάσεις μάλιστα άκρως δελεαστικές για φήμη και χρήμα, που όμως δεν ήταν συμβατές με το προσωπικό της αξιακό σύστημα ή τον τρόπο που ίδια ήθελε να συμβαίνει ο δημόσιος λόγος. Και ακόμα ισορροπούσε χωρίς ακρότητες την καριέρα, με την μητρότητα, βάζοντας τον γιό της, Κωνσταντίνο πρωταρχικό και όχι συμπληρωτικό στην ύπαρξη της, όπως συμβαίνει κυρίως με πολλές διάσημες γυναίκες.

Σύζυγος, άλλωστε, του βετεράνου Κώστα Χαρδαβέλλα δεν ακούμπησε ποτέ στη δική του φήμη, αλλά με ένα υψηλό πολιτισμικό σύστημα, υπήρξε αυτόνομα και δυναμικά τόσο ως δημοσιογράφος, όσο και ως συγγραφέας. Τα βιβλία της έχουν θέματα σημερινά, κοινωνικά, επίπονα, με ήρωες ανθρώπους της διπλανής πόρτας, που μας μοιάζουν. Και πως αλλιώς; Η Μαρία, βλέπετε, σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πάντα ο κόσμος γύρω μας ήταν πεδίο ανάλυσης της. Πρόσφατα μελέτησε Εφαρμοσμένη Εγκληματολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και τώρα φοιτά στο πρόγραμμα Θετικής Ψυχολογίας. Μιλάμε τώρα, για το νέο της βιβλίο, που σου κόβει την ανάσα, απ’ το εφιαλτικό θέμα που καταπιάνεται. Αλήθεια Μαρία…

-…Πώς σου ήρθε η έμπνευση για αυτό το βιβλίο, με ένα θέμα που δεν απασχολεί ευρέως, στην Ελλάδα;
«Δεν ήρθε η έμπνευση, ήρθε το θύμα μιας αδιανόητης υπόθεσης stalking και μου εμπιστεύτηκε όσα έζησε. Ομολογώ ότι δεν γνώριζα την πραγματική διάσταση του θέματος αυτού. Νόμιζα ότι οι stalkers είναι άνθρωποι που στέλνουν επίμονα μηνύματα στα social media ή εκφράζουν με εμμονικό τρόπο τον θαυμασμό τους σε κάποιους διάσημους. Η ιστορία της Μπιάνκας, όπως βάπτισα την ηρωίδα μου, μού αποκάλυψε έναν εφιάλτη, που κυριολεκτικά μπορεί να συμβεί στον καθένα από εμάς, από τη μια στιγμή στην άλλη».

-Φρίκη λες και stalking. Δηλαδή; Δως μου κάποια στοιχεία παραπάνω…
«Καταρχάς να διευκρινίσω ότι δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη λέξη για το stalking στην ελληνική γλώσσα. Ο ορισμός του είναι «επαναλαμβανόμενη και έμμονη παρενοχλητική παρακολούθηση ή καταδίωξη, που προκαλεί στρες ή φόβο στο θύμα». Η πραγματική ηρωίδα του βιβλίου μου, ωστόσο, το περιγράφει σαν προσωπική τρομοκρατία. Πρόκειται για ένα 30χρονο κορίτσι, διαφημίστρια στο επάγγελμα, της οποίας η ζωή πήγαινε από το καλό στο καλύτερο. Στον επαγγελματικό στίβο οι επιτυχίες της ήταν αξιοζήλευτες και στον έρωτα νόμιζε πως είχε βρει τον συνοδοιπόρο των ονείρων της. Δεκατέσσερις ημέρες χρειάστηκαν για να ανατραπούν όλα, όταν ένας άγνωστος άνθρωπος, έγινε η σκιά της. Θα χρησιμοποιήσω ένα απόσπασμα του βιβλίου για να καταλάβετε τι εννοώ…
-Ναι, παρακαλώ, διάβασε μας λίγο…
«… Δε με έχει αγγίξει. Κι όμως, έχω κακοποιηθεί βάναυσα. Δεν έχει διεισδύσει στο σώμα μου. Κι όμως έχω βιαστεί άγρια. Σε κάθε ανάσα μου, έχω πλέον την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθεί. Έπαψα να ενεργοποιώ το τηλέφωνό μου. Έπαψα να μπαίνω στο Διαδίκτυο. Έπαψα να βγαίνω από το σπίτι μου. Ο φόβος κυλάει στο αίμα μου. Μα δε λέω τίποτα σε κανέναν. Τι να πω; Σε έναν κόσμο γεμάτο φόβους, ποιος θα δώσει σημασία στον δικό μου; Το πήρα πια το μάθημά μου∙ ζω σε μια κοινωνία όπου η γυναίκα είναι πάντα συνυπεύθυνη. Ό,τι κι αν της συμβαίνει, φταίει και αυτή. Ενίοτε, φταίει μόνο αυτή…».

-Έτσι ακριβώς! Σοκαριστικό! Όμως Μαρία, στο βιβλίο σου, εκτός από την καταιγιστική περιπέτεια του θύματος, βρίσκουμε χρηστικές πληροφορίες για το πώς μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον θαυμαστή από τον stalker, αλλά και τι πρέπει να κάνουμε αν εμείς οι ίδιοι ή ένας δικός μας άνθρωπος γίνει στόχος stalking. Μπορείς να μας δώσεις κάποιες παραπάνω πληροφορίες;
«Πράγματι, έκανα μια μεγάλη έρευνα, επικοινωνώντας κυρίως με εξειδικευμένα κέντρα των ΗΠΑ, που παρέχουν υποστήριξη σε θύματα stalking. Το έκανα αρχικά για να κατανοήσω εγώ το φαινόμενο, αλλά στη συνέχεια αισθάνθηκα πως τα στοιχεία που συγκέντρωσα θα μπορούσαν να βοηθήσουν ουσιαστικά τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες. Οι stalkers, λοιπόν, είναι κάτι σαν κυνηγοί ανθρώπων. Στοχοποιούν το θύμα τους, του στήνουν κατ’ επανάληψη ενέδρα, το ακολουθούν, το παρακολουθούν και εισβάλλουν με εμμονή στη ζωή του. Κάποιοι επιλέγουν το Διαδίκτυο για να το πράξουν, άλλοι προτιμούν τη διά ζώσης επαφή. Σου τηλεφωνούν αδιάκοπα, σου στέλνουν μηνύματα ή αφήνουν σημειώματα στο αυτοκίνητό σου. Μαθαίνουν ανά πάσα στιγμή πού βρίσκεσαι και εμφανίζονται δήθεν τυχαία μπροστά σου. Δημιουργούν ανύπαρκτες συμπτώσεις μεταξύ σας για να σε κάνει να πιστέψεις ότι μοιάζετε. Αν νιώσουν απόρριψη, φτάνουν στο σημείο να προκαλέσουν φθορές στην περιουσία σου, να εισβάλουν στον χώρο σου, να ενοχλήσουν τους δικούς σου ανθρώπους ή ακόμα και να τους βλάψουν».

-Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που μας βοηθάνε να αναγνωρίσουμε ένα stalker;
«Οι περισσότεροι stalkers μοιάζουν με συνηθισμένους ανθρώπους, ενώ αρκετοί χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα γοητευτικοί. Γι’ αυτό και όταν καταγγέλλεται η δράση τους, το περιβάλλον τους πέφτει από τα σύννεφα. Ο διώκτης μπορεί να είναι, στην κυριολεξία, ο διπλανός σου. Ένας πρώην που δεν αντέχει την απόρριψη και νομίζει πως έτσι θα σε τιμωρήσει ή θα σε ξανακερδίσει. Ένας γείτονας που εκλαμβάνει την οικειότητα μεταξύ σας ως ερωτικό πεπρωμένο. Ένας άγνωστος διαδικτυακός φίλος, άνδρας ή γυναίκα, που έχει πάθει ψύχωση μαζί σου. Ένας συνάδελφος, που απολαμβάνει να σε βασανίζει ή θεωρεί ότι είστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλον. Το κύριο χαρακτηριστικό ενός stalker είναι η εμμονή. Εισβάλλουν στη ζωή σου με τρόπο που στην αρχή μπορεί να σου φανεί αδιάφορος, φιλικός ή και κολακευτικός. Σύντομα όμως η παρουσία του σου προκαλεί στρες και ανησυχία. Αν δεν φροντίσεις να τον απομακρύνεις, τότε είναι θέμα χρόνου να αρχίσεις να βυθίζεσαι στον φόβο. Εκδηλώνεις κρίσεις πανικού, νιώθεις παγιδευμένος στο αδιέξοδο που εκείνος σε έχει οδηγήσει. Και το χειρότερο, όλοι σε θεωρούν υπερβολικό. Μέχρι και οι φίλοι ή οι συγγενείς σου, μπορεί να βρίσκουν χαριτωμένη και ρομαντική την αποστολή δώρων ή την αφιέρωση ενός τραγουδιού και σου συστήνουν να χαλαρώσεις. Συχνά αρνούνται να σου προσφέρουν τη βοήθειά τους, εκτός αν η κατάσταση φτάσει στο απροχώρητο. Αν κινδυνεύσει η σωματική ακεραιότητά σου ή η ίδια σου η ζωή. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην ηρωίδα του βιβλίου μου «Οι γυναίκες δεν κλαίνε».
-Θέλουμε παραπάνω, αλλά ξέρω, πως θα το βρούμε στο βιβλίο σου, μόνο κλείνοντας, πες μου πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου. «Οι γυναίκες δεν κλαίνε».
«Ο τίτλος, προέκυψε από το τατουάζ που έχει στον καρπό του χεριού της η ηρωίδα μου. Και διαβάζοντας τη συγκλονιστική ιστορία της, ο κάθε αναγνώστης μπορεί να δώσει τη δική του, προσωπική ερμηνεία».

Το νέο βιβλίο της Μαρίας Παναγοπούλου, «Οι γυναίκες δεν κλαίνε» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, στις 6 Απριλίου.