Σαρλ Σομπράζ ή Ερπετό, ή Δολοφόνος των μπικίνι ή ο πιο άγριος serial killer των παιδιών των λουλουδιών

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

Η σειρά στο Netflix, The Serpent ή Το Ερπετό, είναι καθηλωτική, κόβει ανάσες, φτιάχνει τέλεια και χωρίς φολκλορικές αποκλίσεις, μια εποχή και σε πετάει στην σκοτεινιά ενός τοξικού, χωρίς ίχνος ενσυναίσθησης δολοφόνου και στην αγωνία των θυμάτων του, στα οποία αλλάζει τα ονόματα για να μη πονούν οι οικογένειες τους κι τους αφιερώνει τη σειρά των οκτώ επεισοδίων.  «… Για όλα εκείνα τα λουλουδένια παιδιά, που ονειρεύτηκαν το μεγάλο ταξίδι, αλλά δε γυρίσαν σπίτι, ποτέ…».

Ο πιο επικίνδυνος κατά συρροή δολοφόνος

Γοητευτικός, κοσμοπολίτης, αβυσσαλέα διαταραγμένος και μυστικοπαθής, απολάμβανε να παρασύρει, να βασανίζει, να δολοφονεί νέα αγόρια και κορίτσια, μιμούμενος συναισθήματα. Πιο επικίνδυνος, αδίστακτος και μάλλον πιο έξυπνος από άλλους διαβόητους κατά συρροή δολοφόνους, έγινε ένα είδος διασημότητας την οποία απόλαυσε εφιαλτικά ηδονικά, χρεώνοντας μεγάλα ποσά για συνεντεύξεις και δικαιώματα ταινιών. Άλλωστε υπήρξε θέμα τεσσάρων βιογραφιών, τριών ντοκιμαντέρ, μιας ινδικής ταινίας με τίτλο Main Aur Charles και της οκτώ επεισοδίων δραματικής σειράς BBC του 2021, The Serpent, που τώρα προβάλλεται στο Netflix. Σε αντίθεση με άλλους κατά συρροή δολοφόνους, το Ερπετό, δεν διέπραξε τις φρικτές δολοφονίες του από ανεξέλεγκτες, βαθιές ριζωμένες στην ψυχική άβυσσο, παρορμήσεις, αλλά από τον ίδιο τον τρόπο ζωής του, που τον έκανε να έχει μίσος για τους χίπις, να μη νιώθει ίχνος συμπόνοιας και να βλέπει τους ανθρώπους ως αντικείμενα που απλώς χρησιμοποιούσε όπως ήθελε.

Τα παιδιά των λουλουδιών ταξίδευαν και συναντούσαν τον κακό λύκο

… Ήταν η δεκαετία του 70, όπου το ξέπνοο σιγά σιγά κίνημα των χίπις οδηγούσε νέους της Δύσης, Ευρωπαίους και Αμερικανούς, τους «Ατρόμητους», όπως αυτοαποκαλούνταν, στις χώρες της Νότιας Ασίας. Στη Γκόα, το Βαράνασι, τη Καταμαντού, τη Μπανκόγκ, τη Καμπούλ, τη Μπομπάι έφταναν με το Hippie Trail, φτηνά πολύχρωμα λεωφορεία και έμεναν σε ξενώνες βρώμικους και πνιγηρούς, αμέτρητοι νέοι που αναζητήσουν γνωρίσουν εμπειρίες, ελευθερία, πνευματικότητα, ναρκωτικά και ένα κοινοβιακό τρόπο ζωής, επιβιώνοντας χάρη στα ταξιδιωτικά του παχυλά τσεκ και στα πανίσχυρα νομίσματα τους σε σχέση με εκείνα των κρατών που επισκεπτόντουσαν. Κυνηγώντας το άγνωστο και το άπιαστο αυτά τα παιδιά, κάποτε συναντούσαν τον κακό λύκο και δεν ξαναγυρνούσαν ποτέ στο σπίτι. Και ο κακός λύκος είχε το όνομα Hotchand Bhawnani Gurumukh Charles Sobhraj, τον Σαρλ Σομπρέ…

Ο Σαρλ Σομπρέ, από τη Σαϊγκόν που μεγάλωσε στη Γαλλία

… Ο Σαρλ Σομπρέ γεννήθηκε στις 6 Απριλίου του 1944 στη Σαιγκόν, από Βιετναμέζα μητέρα και Ινδό πατέρα, που τους εγκατέλειψε νωρίς και αρνήθηκε να τους ξαναδεί. Μεγάλωσε στο Παρίσι, αφού η μητέρα του παντρεύτηκε έναν αξιωματικό του Γαλλικού Στρατού και εκτός από την μεγαλύτερη αδελφή του, απέκτησε και έναν ακόμα αδελφό τον Αντρέ. Ο πάτριος υιοθέτησε το κορίτσι, αλλά όχι εκείνον. Στην εφηβεία του άρχισε να κλέβει από φοβισμένες νοικοκυρές στα σπίτια τους κοσμήματα και χρήματα. Φυλακίστηκε για διάρρηξη, ένα χρόνο, στην φυλακή Ποϊσί, στο Παρίσι. Ήδη γοητευτικός και χειριστικός, εξασφάλισε ειδική μεταχείριση από τους αξιωματούχους της φυλακής, αποκομίζοντας ευνοϊκή αντιμετώπιση και να μπει υπό την προστασία του Φέλιξ Ντε Ενσκογκνέ,  ενός πολύ πλούσιου νεαρού, που δούλευε εθελοντικά στις φυλακές. Με την αποφυλάκιση του θα ακολουθήσει τον πλούσιο νεαρό στο αριστοκρατικό του διαμέρισμα, όπου θα γνωρίσει και θα μιμηθεί τους τρόπους της υψηλή κοινωνία του, ενώ ήδη στη φυλακή έχει μυηθεί στον εγκληματικό του υπόκοσμο.

Η Σαντάλ

Εκμεταλλευόμενος όλες αυτές τις γνωριμίες κάνει απάτες και κλοπές, ακόμη και εις βάρος του ευεργέτη του Φέλιξ. Έχει ήδη συναντήσει και προτείνει γάμο την Σαντάλ Σομπανιόν, μια πανέμορφη αριστοκρατική νέα, από συντηρητικών αρχών οικογένεια. Αμέσως μετα την πρόταση γάμου και την γνωριμία με την οικογένεια της κοπέλας, ο Σαρλ συνελήφθη, ύστερα από καταδίωξη, για κλοπή πολυτελούς αυτοκίνητου. Καταδικάστηκε σε οκτώ μήνες φυλάκιση, με την Σαντάλ να τον περιμένει πιστά και παντρεύτηκαν, παρά τις αντιρρησίες των γονιών εκείνης, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του και  έφυγαν για την Βομβάη. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, στην Ανατολική Ευρώπη και στην Ελλάδα, διέπραξαν απάτες και κλοπές, πλαστογράφησαν ταξιδιωτικά έγγραφα και  εκμεταλλευτήκαν άλλους τουρίστες.

Ο μικρός αδελφός – συνεργός και η φυλακή στην Αθήνα

Φτάνοντας στην Μπομπάϊ, ο Σαρλ και η Σαντάλ, αποκτούν μια κόρη. Εκείνος έχει αρχίσει μόλις την μεγάλη εγκληματική του δραστηριότητα. Σε λίγο διαθέτει ένα κύκλωμα κλοπής και λαθρεμπορίου, αλλά συλλαμβάνεται για τη ληστεία ενός κοσμηματοπωλείου. Προσποιείται κρίση οξείας σκωληκοειδίτιδας και δραπετεύει από το αναρρωτήριο των φυλακών. Η γυναίκα του στέλνει το παιδί της, στους γονείς της στο Παρίσι, αλλά τον ακολουθεί στην απόδραση του προς την Καμπούλ, όπου συλλαμβάνονται ξανά για απάτες και παράνομες δραστηριότητες. Δραπετεύουν και από εκεί και καταφεύγουν στο Ιράν, με πλαστά διαβατήρια και ταυτότητα. Κάπου εκεί η γυναίκα αποφασίζει να σταματήσει κάθε εγκληματική δραστηριότητα και επιστρέφει στο πατρικό της στο Παρίσι. Για τα δυο επόμενα χρόνια ο Σομπρέϊ ταξιδεύει αδιάκοπα, σε Ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή χρησιμοποιώντας έως και 10 κλεμμένα διαβατήρια, συναντώντας κάποτε τον μικρότερο αδελφό του, τον Αντρέ, τον οποίο μυεί και παρασυρει στον κόσμο του εγκλήματος. Συλλαμβάνονται στην Αθήνα για απάτες, που διέπραξαν στην Κωνσταντινούπολη.  Ο Τσαρλς φυσικά δραπετεύει ενώ ο αδερφός του εκτίει ποινή φυλάκισης 18 ετών.

Ο Σαρλ συναντά την Μαρί

Ο Σαρλ ζει πλέον στην Ταϊλάνδη, όπου συναντά την Μαρί Αντρέ Λεκλέρ, μια νεαρή γραμματέα από το Κεμπέκ, που τον ερωτεύεται παράφορα. Την βαφτίζει Μονίκ ενώ ο ίδιος χρησιμοποίει το όνομα Αντρέ. Αλλάζοντας ιδιότητες και ονόματα παρασύρουν διάφορους τουρίστες στις απάτες του, ανεβαίνοντας συνεχώς σε βιοτικό επίπεδο. Κάνοντας τους γεμάτους συμπόνοια πλούσιους ανθρώπους βοηθούν νέους σε δύσκολες καταστάσεις που οι ίδιοι είχαν σχεδιάσει και τους κάνουν θύματά τους. Όταν κερδίζουν πλήρως την εμπιστοσύνη τους, τότε χτυπάνε αμείλικτα.

Στο Ντομινίκ, έναν Γάλλο ταξιδιώτη, δίνουν διαμονή για να βοηθά στις δουλειές την Μονίκ, επειδή έπασχε από μεγάλης μορφής δυσεντερία, αλλά, του την προκαλούν οι ίδιοι δηλητηριάζοντας τον και κάνοντας σκλάβο και όμηρο τους. Του κρύβουν το διαβατήριο, τον απειλούν, τον αφήνουν χωρίς λεφτά. Ο νεαρός απελπίζεται και εκείνοι, αποθρασύνονται. Με τον καιρό, τα εγκλήματά του άρχισαν να γίνονται πιο σοβαρά.

Οι φρικιαστικοί φόνοι

Το 1975, ο αδίστακτος άνδρας διέπραττε τον πρώτο του φόνο, που καταγράφεται τουλάχιστον, μαζί με τον συνεργό και τσιράκι του, τον Ινδό Ατζάι Τσόντρι. Το θύμα τους, ήταν η 23χρονη Τερέσα Νούλτον από το Σιάτλ, που έπνιξαν με μανία σε πισίνα. Το κορίτσι φορούσε μπικίνι. Το επόμενο θύμα ήταν ο Τουρκος Βιτάλι Χακίμ, που τον χτυπήσαν, του έβαλαν ενώ ήταν ακόμα ζωντανός φωτιά και τον πέταξαν σε απόμερη περιοχή της Πατάγια. Η κοπέλα του Χακίμ από την Γαλλία, αναζητησε τα ίχνη του και έπεσε πάνω στους δολοφόνους του. Την έπνιξαν επίσης σε πισίνα και βρέθηκε φορώντας το μπικίνι της. Δολοφόνησε επίσης ένα ζευγάρι Ολλανδών και έβαλαν φωτιά στα πτώματα τους, που βρέθηκαν αγκαλιασμένα σε απόμερη περιοχή. Το ζευγάρι και ο Ατζάι, φαίνεται να έχουν σκοτώσει κι άλλους ταξιδιώτες πριν καταφύγουν στο Νεπάλ, όπου σκοτώνουν και βάζουν φωτιά σε ένα ακόμα ζευγάρι, από την Ολλανδία, που επιθυμούσε να προσκυνήσει στους θιβετιανικά μοναστήρια. Απ όλους κλέβουν τα χρήματα τους, απ τους τελευταίους και δυο πολύτιμα ρουμπίνια και τα διαβατήρια τους, τα οποία  παραχαράσσουν με τις δικές τους φωτογραφίες. Οι αρχές τους ανακρίνουν στο Νεπάλ, αλλά εκείνοι προλαβαίνουν να διαφύγουν στην Μαλαισία.

Ο Χέρμαν Κνίμπεντεργκ της Ολλανδικής Πρεσβείας

Ένα ζευγάρι Γάλλων, πίσω στην Ταϊλάνδη, γείτονες του ζευγαριού βοηθούν τον Νομινίκ, που είναι σα φυλακισμένος στο διαμέρισμα του Σαρλ, να επιστρέψει στην οικογένεια του στο Παρίσι. Προσπαθούν να ειδοποιήσουν τις αρχές της Ταϊλάνδης και τις πρεσβείες των θυμάτων για την επικίνδυνη δράση των εγκληματιών. Όμως όλες οι πόρτες είναι κλειστές. Ο μόνος που συγκλονίζεται από όλο αυτόν τον κύκλο γοητείας – επιρροής- φόνου- απόδρασης, είναι ο διπλωματικός υπάλληλος της Ολλανδικής πρεσβείας Χέρμαν Κνιμπεντεργκ ο οποίος βρίσκει αποδεικτικά στοιχεία εναντίον των Σαρλ, Λεκλέρ και Τσόντρι, αλλά κανείς δεν επιθυμεί να ασχοληθεί. Στην Ταϊλάνδη μάλιστα οι αρχές θεωρούν πως όλο αυτό στοχεύει στο πληγεί ο τουρισμός της.

Η εξαφάνιση για πάντα του Ινδού συνεργού και οι δυο ερωμένες

Στη Μαλαισία ο Ατζάι φέρεται να κλέβει πολύτιμους λίθους για τον Σαρλ. Αμέσως μετα χάνονται τα ίχνη του. Πτώμα δεν βρέθηκε αλλά ούτε και κάνεις ξανάκουσε για αυτόν. Ο Σαρλ και ο Ατζάι πήγαν μια βόλτα στο δάσος, αλλά γύρισε μόνος του, ο αρχηγός. Η Μαρί Αντρέ και ο Σαρλ θα αρνηθούν, αργότερα, πως τον σκότωσαν. Αποφεύγοντας την Ταϊλάνδη θα ζητήσουν περιβάλλον για τις παράνομες δραστηριότητες τους στην Ινδία. Η γυναίκα είναι πια ανθεκτική στην γοητεία και τους υπνωτικούς χειρισμούς του Σαρλ, αλλά εκείνος φροντίζει να την κάνει να τον ακολουθεί παίζοντας με τους φόβους της. Την κάνει να αποδεχτεί ακόμα και το να ζουν μαζί του, δύο ακόμη ερωμένες του, η Μπάρμπαρα και η Μέρι Έλεν.

Επιτέλους, ένα -κάποιο-τέλος

Συνεχίζοντας τη δράση του στην Ινδία, ο Σαρλ, θεωρεί πως είναι απρόσβλητος πια και χωρίς προφύλαξη επιχειρεί να δηλητηριάσει περίπου 30 γάλους τουρίστες ταυτόχρονα. Τα σύμπτωμα αρχίζουν πιο νωρίς και με σφοδρότητα και καλείται η αστυνομία.  Ο Σαρλ, η Μαρί Αντρέ, η Μέρι Έλεν και η Μπάρμπαρα συλλαμβάνονται. Καταδικάζονται σε 12 χρόνια φυλάκισης, μιας και αδίκως ο Ολλανδός διπλωματικός υπάλληλος, προσπαθεί να αποδείξει τις φρικιαστικές εγκληματικές ενέργειες. Εκείνος δωροδοκώντας τους φρουρούς του, καταφέρνει να έχει μια άνετη ζωή στη φυλακή. Αντίθετα, η Μπάρμπαρα και η Μέρι Ελεν, από ενοχές και από τις φρικτές συνθήκες επιβίωσης στις φυλακές, οδηγούνται στην αυτοκτονία. Η Λεκλέρ διαγνώνεται με καρκίνο στη μήτρα. Έχοντας στραφεί στον Θεό αδυνατεί να συγχωρέσει τον εαυτό της. Η Ινδία της επιτρέπει, στο τελικό στάδιο της ασθένειας της, να επιστρέψει για να πεθάνει στον Καναδά, το 1984.

Διάσημος και πανούργος

Ο Τσαρλς συμπληρώνοντας, ως διασημότητα τα 12 χρόνια ποινής στην Ινδία,  θα πρεπει να εκδοθεί στη Ταϊλάνδη, καθώς υπήρχε ένταλμα σύλληψης εναντίον του για φόνους. Λίγο πριν το τέλος της ποινής, δραπετεύει κατά τη διάρκεια ενός πάρτι για την αποφυλάκισή του. Όπως το είχε σχεδιάσει, συλλαμβάνεται μετα από λίγο στη Γκόα και καταδικάζεται σε άλλα 10 χρόνια φυλάκισης, πράγμα που σημαίνει πως, καμία χώρα δεν θα μπορούσε να τον εκδώσει μετά από 20 χρόνια. Ελεύθερος, πια, επιστρέφει στη Γαλλία στις 17 Φεβρουαρίου 1997. Μέχρι τότε, όλα τα στοιχεία εναντίον του είχαν χαθεί. Προσλαμβάνει μάνατζερ, δίνει συνεντεύξεις, εκχωρεί δικαιώματα για όνομα του και την ιστορία του και αποκομίζει τεράστια χρηματικά ποσά. Σμιγεί ξανά για κάποιο διάστημα με την πρώην σύζυγο του, τη Σαντάλ.

Η ακατανόητη επιστροφή στο Νεπάλ

Το 2003, για ακατανόητους λόγους, ο Σαρλ, αφήνει την ασφάλεια της Γαλλίας και επιστρέφει στο Νεπάλ, όπου εκκρεμεί η ανάκριση του για τη δολοφονία του ζευγαριού των Ολλανδών. Η αστυνομία τον συλλαμβάνει και τον οδηγεί σε ανάκριση, που εκείνος δείχνει να απολαμβάνει. Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου. Ο Χέρμαν Κνίμπεντεργκ, διπλωμάτης στη Νέα Ζηλανδία πλέον, το μαθαίνει και λίγο πριν αφήσουν τον Τσαρλς να φύγει ως αθώο, στέλνει τα αποδεικτικά στοιχεία για τον φόνο των Ολλανδών, που θα οδηγήσουν σε καταδίκη του το 2005 στις φυλακές της Κατμαντού. «Είναι εξαρτημένος από την δημοσιότητα, το να κοροϊδεύει τις αρχές και να αποδρά» σχολιάζει ο Κνίμπεντεργκ, που μπορεί πια να πει στις οικογένειες των Ολλανδών θυμάτων πως αποδόθηκε δικαιοσύνη.

Ο έρωτας με την 24άχρονη σελέμπριτι

Ο Σαρλ Σομπράζ, μέσα απ τις φυλακές, το 2008, ανακοίνωσε τους αρρεβώνες του, με την 24άχρονη Νιχίτα Μπισουάς, κόρη γνωστού δικηγόρου στο Νεπάλ και διάσημη ύστερα απ τη συμμετοχή της στο εγχώριο Big Brother. Η κοπέλα είναι δύο δεκαετίες μικρότερη από την κόρη του. Ο ντόπιος τύπος δημοσιεύει πως παντρεύτηκαν στη φυλακή αλλά, οι αρχές του Νεπάλ αρνούνται κάποια τέτοια ευνοϊκή από πλευράς τους, παραχώρηση. Τον Ιούλιο του 2010, κρίθηκε υπεύθυνος για τη δολοφονία ενός Αμερικανού τουρίστα το 1975 και το δικαστήριο διέταξε επίσης την κατάσχεση όλων των περιουσιακών του στοιχείων. Το 2014, καταδικάστηκε για άλλη μια δολοφονία. Είναι πια 76 ετών, αλλά εξακολουθεί να εκκρεμούν κατηγορίες εις βάρος για τουλάχιστον άλλους 10 φόνους…

Παραδομένος στο σκοτάδι

Όσοι επιβίωσαν απ αυτή την εγκληματική ιστορία, κουβαλάνε πάντα το σκοτάδι αυτού του δολοφόνου σαν σφραγίδα στις δικές τους ζωές. Η υπερβολική εμπιστοσύνη στην ευφυΐα του τον οδήγησε στο να επισκεφθεί το Νεπάλ και να οδηγηθεί στη φυλακή. Τώρα, μόνο, εκείνοι που τον συνάντησαν κάποτε, μπορούν να κοιμούνται τα βραδιά ήσυχοι και τα παιδιά εκείνα που δολοφονικά σταμάτησε το ταξίδι τους, ίσως,  να βρουν μια κάποια δικαίωση…