![εξωφυλλο](https://spotlightpost.com/wp-content/uploads/2023/10/εξωφυλλο-678x381.jpg)
Την είδηση της βράβευσης με Νόμπελ την ανακοίνωσε πρώτος στον Σεφέρη ο εκπρόσωπος του Γαλλικού πρακτορείου, ενώ λίγο αργότερα διάβαινε το κατώφλι του σπιτιού του ποιητή και ο Σουηδός πρέσβης. Αυτός που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην προώθηση του Σεφέρη στους σουηδικούς ακαδημαϊκούς κύκλους και εν συνεχεία στην επιτροπή Νόμπελ, ήταν πιστεύω ο Hjalmar Gullberg, ποιητής, πολύ καλός γνώστης της αρχαίας ελληνικής και μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας. Είχε ασχοληθεί με την ποίηση των Καβάφη, Σεφέρη και Σικελιανού και μάλιστα μεταφράσει ποιήματά τους. Έχουν γραφτεί δύο διατριβές για τον Gullberg: η μία για τα βυζαντινά μοτίβα στην ποίησή του και η άλλη για τη θρησκευτικότητα στην ποίησή του και κατά πόσο επηρεάστηκε από τους παραπάνω ποιητές. Τα πρωτοσέλιδα της επόμενη μέρας ήταν αφιερωμένα στις επικείμενες εκλογές στις οποίες θα μονομαχούσαν η ΕΡΕ και η Ένωση Κέντρου. Μια εφημερίδα μάλιστα, ο «Ελεύθερος», δεν δίστασε να δημοσιεύσει τις φήμες ότι ο διπλωμάτης «είχε ξεπουλήσει την Κύπρο για να πάρει το Νόμπελ». Η επικράτηση του έλληνα ποιητή δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η αρμόδια επιτροπή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, από τους περίπου 80 υποψηφίους, επέλεξε έξι: τον ιρλανδό θεατρικό συγγραφέα Σάμουελ Μπέκετ, τον αγγλοαμερικανό ποιητή Γ.Χ. Όντεν, τον ιάπωνα συγγραφέα Γιούκιο Μίσιμα, τον χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα, τον δανό συγγραφέα Άξελ Σαντεμόζε και τον Σεφέρη. Τον επέλεξαν ομόφωνα. Ο Σεφέρης το γιόρτασε μόνο με ένα φιλί στη Μαρώ…
![](https://spotlightpost.com/wp-content/uploads/2023/10/μέσα-1.jpg)
Το Δεκέμβρη έγινε η τελετή απονομής στη Στοκχόλμη, όπου και εκφωνήθηκε η εμπνευσμένη ομιλία του. Ανάμεσα σ άλλα είπε: « …Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα…»… και ακόμα είπε πως «… είναι σημαντικό το ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ’ ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση».
![](https://spotlightpost.com/wp-content/uploads/2023/10/μεσα-Νόμπελ-στο-κοινο.jpg)
Ο φίλος και μελετητής του έργου του, Γ. Σαββίδης είχε ειδοποιήσει υπουργεία και υπηρεσίες να του ετοιμάσουν μια υποδοχή κατά την άφιξή του. Σε ένα άρθρο του με τίτλο «μουγκαμάρα και φθόνος» γράφει ότι αδιαφόρησαν άπαντες. Στο αεροδρόμιο τον περίμεναν μόνο η αδελφή του Ιωάννα Σεφεριάδου Τσάτσου, οι δυο κόρες της Μαρώς και ο εκδότης του. Η πατρίς αγνωμονούσα! Στις 22 Σεπτέμβρη 1971, μέσα στη Χούντα, στο φέρετρό του ακουμπούσε η άλλη Ελλάδα με χιλιάδες κόσμου που τραγουδούσε την «Άρνηση»:
«Στο περιγιάλι το κρυφό κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι, μα το νερό γλυφό
Πάνω στην άμμο την ξανθή γράψαμε τ’ όνομά της
Ωραία που φύσηξε ο μπάτης και σβήστηκε η γραφή
Με τι καρδιά, με τι πνοή, τι πόθους και τι πάθος
Πήραμε τη ζωή μας· λάθος! κι αλλάξαμε ζωή»…
… Η εξουσία πάντα έπαιρνε τη ζωή της λάθος, σε σχέση με τον πολιτισμό.