Φοίβος Γκικόπουλος: «Ο ίλιγγος της αβύσσου»

ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΙΒΟ ΓΚΙΚΟΠΟΥΛΟ

Υπάρχουν ορισμένοι που διαχωρίζουν την ηλιθιότητα από την ανοησία. Είναι φανερό γιατί το κάνουν. Η ανοησία είναι stupor, αθωότητα, στοιχειώδης φαντασία. Είναι, ίσως, το πρώτο βήμα για τη διάνοια. Αντίθετα, η ηλιθιότητα είναι πονηριά, μιμητισμός, συμβατικότητα, μηχανιστικός συνδυασμός, ασυνείδητη απάτη (πρώτα απ’ όλα ενάντια στους ίδιους τους εαυτούς μας). Είναι μια διάκριση σημαντική, που φυσικά δεν μας δίνει καμιά σιγουριά. Δεν φτάνει να προτιμάς την ανοησία για να είσαι βέβαιος ότι μπορείς να θεωρηθείς ανόητος. Ακόμη κι αυτή, μπορεί να γίνει ιδεολογία. Ποιος μας εγγυάται ότι η προτίμησή μας δεν είναι άλλο παρά ένας ηλίθιος, παράλογος ενθουσιασμός για την ανοησία;  Μου φαίνεται, αντίθετα, ότι τυφλωμένοι από το εμφανές και σύγχρονο σύνδρομο (του «προοδευτικού» διανοούμενου), ίσως να ξεχνάμε μια παλιά, ένδοξη και ριζωμένη βαθιά, ελληνική ανοησία: την ανοησία της διανόησης. Σε μια χώρα που εδώ και έναν αιώνα παράγει λιγότερους συγγραφείς από την Ιρλανδία αλλά περισσότερους διανοούμενους από την Ευρώπη και την Ασία μαζί, η μεγάλη παλαίστρα της ανοησίας υπήρξε, και εν μέρει εξακολουθεί να είναι, ο Λόγος. Εδώ κάθε λέξη αναφέρεται σε μια άλλη, κάθε χειρονομία είναι η αντανάκλαση μιας άλλης, σ’ ένα είδος αδιάκοπης αλυσίδας του Αγίου Αντωνίου, που στιγματίζει την ύπαρξη του γούστου και της ευαισθησίας.

Επίθετα που μαγικά θα έπρεπενα καλύπτουν, αντίθετα ξεγυμνώνουν. Εμπιστευτικοί σκεπτικισμοί, ακαθόριστες αισθήσεις, ιλιγγιώδεις κοπώσεις, άβυσσοι συνειδήσεων, μνημειώδεις αναισθησίες, προυστικές αναμνήσεις (συχνά δανεισμένες), αποχαλίνωσαν και αποχαλινώνουν θυελλώδεις λαγνείες. Οι διανοούμενοι συμπεριφέρονται στις «καθαγιασμένες» λέξεις όπως και στις δυσεύρετες παρθένες, με τη διαφορά ότι τις τελευταίες τις αναζητούν στα πορνεία. Η άβυσσος φέρνει ιλίγγους. Πόσες φορές, ακόμη και σήμερα, δεν βλέπουμε δύτες να ψάχνουν στα δυσδιάκριτα βάθη και να βουτάνε με ορμή στους νεροχύτες των σπιτιών τους; Υπάρχει απόλυτο αντίδοτο στην ανοησία; Πιστεύω πως όχι. Πιστεύω πως θα πρέπει να αποδεχτούμε το ρίσκο. Αν πάλι, όπως είναι και το σωστό, δεν καταθέτουμε τα όπλα, ίσως ο μόνος τρόπος είναι να μην επιτρέψουμε στον εαυτό μας να καταλάβει «διανοητικά» αυτό που δεν κατανόησε «ψυχολογικά»: όχι στην ικανοποίηση, αν δεν είμαστε σε θέση να την δοκιμάσουμε, όχι στην ομορφιά, αν δεν είμαστε σε θέση να νιώσουμε τις απαραίτητες συγκινήσεις, όχι στην ελευθερία, αν δεν είμαστε σε θέση να την εξασφαλίσουμε στους άλλους. Θα μπορούσε βέβαια να ισχύει και το αντίθετο, δηλαδή ο έλεγχος της νόησης πάνω στην ψυχή. Είναι όμως μια διαδικασία πολύ πιο επίπονη.

Στο κείμενο του Φοίβου οι εικόνες είναι λεπτομέρειες από έργα με θέμα «Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου», των Jheronimus Bosch, Lelio Orsi da Novellara, Pieter Coecke van Aelst.