Βιβλίο: Γιάννης Ζουγανέλης: ΤΑΔΕ ΕΦΗ…ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΕΝ ΧΟΡΔΑΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΙΣ, καθώς και με στοργή, ανθρωπιά, λέξεις…

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

Το φαινόμενο ανθρωπιάς, χιούμορ, καλλιτεχνικής φύσης και κοινωνικής συμμετοχής Γιάννης Ζουγανέλης δεν είναι εύκολο να χωρέσει σε λέξεις, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ή συνεντεύξεις. Να, όμως που μπορεί να φτιάχνει τις δικές του λέξεις και εκεί να χωράει όλος. Ο  όλο παραδοχές, καταιγιστικός, με αστραπιαία σκέψη καλλιτέχνης που μπορεί να σε κάνει να γελάς, ενώ βουρκώνεις και αντίστροφα, μόλις κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο από τις εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Πρόκειται για το ΤΑΔΕ  ΕΦΗ…ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΕΝ ΧΟΡΔΑΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΙΣ, μια συλλογή κειμένων για τις δικές του αλήθειες, τους προσωπικούς φόβους, τις ελπίδες του, την συμπαντική του κοσμοθεωρία της καθημερινότητάς. Το βιβλίο συνοδεύεται από CD ως υπόκρουση και υπογράμμιση στο προσωπικό αυτό ταξίδι της ανάγνωσης μιας εξομολόγησης – αποκάλυψης. Πως αλλιώς; Συνθέτης, μουσικός, ηθοποιός, παρουσιαστής, δάσκαλος και με ακαδημαϊκή πορεία, ο Γιάννης Ζουγανέλης, αν ζούσε την περίοδο της Αναγέννησης το όνομα του μόνο θα καθόριζε το επάγγελμα. 

Ναι, είναι παντρεμένος με την καλλιτεχνάρα, επίσης, Ισιδώρα Σιδέρη, την οποία έχει χαρακτηρίσει «διαμαντένια». Ναι, είναι πατέρας της, καλλιτεχνάρας -να, αδιέξοδο στους χαρακτηρισμούς!- Ελεονώρας Ζουγανέλη, για την οποία έχει υπερβεί τον όρο «κόρη του», πλέον, «γιατί είναι ένα αστέρι». «Είναι εξαιρετική» έχει καμαρώσει, «είναι ένα άτομο μέσα στον κόσμο που δεν μάσησε σε τίποτα, που ψάχνεται, που είναι γήινη και δε πάει στα φράγκα». Το τελευταίο σε συνέντευξη του, πριν χρόνια, της ζήτησε -με χιούμορ πάντα!- να το μαζέψει γιατί του γύρευε… δανεικά!

Μια ζωή

Ασχολείται από πάντα με την μουσική. Πριν πάει καν σχολείο έκανε βυζαντινή μουσική στον Άγιο Νικόλαο Αχαρνών, μετά Ωδείο Αθηνών με Αντίοχο Ευαγγελάτο και τον μέγα Νίκο Μαμαγκάκη. Ο τελευταίος κάποτε στενοχωριόταν γιατί ένα έργο του δεν εκτιμιόταν καθόλου. «Μην ανησυχείς, δάσκαλε» του είχε πει, «κάποια στιγμή θα πεθάνεις και θα γίνει της… (πουτάνας)… χαμός τέλος πάντων».  Σπούδασε στην Αρχιτεκτονική του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Πήρε υποτροφία για ενορχήστρωση και όπερα στην Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου, από την οποία και αποφοίτησε με άριστα. 15 χρόνων πήγε σε οντισιόν του Μάνου Χατζιδάκι, του «αναρχικού παγκόσμιας εμβέλειας, του ανιδιοτελή ανθρώπου, του σπουδαίου ποιητή έργου» όπως έχει πει. Εκεί γνώρισε τον Σάκη Μπουλά και έγιναν για πάντα φίλοι, σε μια σχέση σεβασμού και αποδοχής. Είναι τακτικός καθηγητής στην ακαδημία του Μονάχου. Ξεκίνησε με την «Φιλοσοφία των τεχνών», μέσα από το σύστημα Ορφ, για απελευθέρωση εκφραστικών μέσων. Έκανε διατριβή και διδακτορικό για τη διαφορετικότητα μέσα από τις προσωπικότητες των αναπήρων, που ήταν πάντα περιθωριοποιημένοι και ασχολήθηκε με την εκπαίδευση από Νηπιαγωγείο μέχρι Πανεπιστήμιο. Σέβεται και εκτιμά πολύ τον καθηγητή φιλοσοφίας Χρήστο Γιανναρά.

Ένα παιδί χτισμένο στη σιωπή

Αφοσιωνόταν πάντα σε παιδιά που το είχαν ανάγκη. Κάποτε αφιέρωσε όλο το χρόνο του σε ένα παιδί χτισμένο στη σιωπή, που δεν άκουγε, δεν μιλούσε και δεν έβλεπε. Χρόνια μετά καμαρώνει που το παιδί αυτό σπούδασε στο Πανεπιστήμιο, γράφει, διαβάζει, χρησιμοποιεί κινητό και στέλνει μηνύματα και έχει μια ευφυΐα τρομερή σε διαφορετικά επίπεδα. Παιδί ο ίδιος ο Γιάννης Ζουγανέλης ατόμων με αναπηρία  θεωρεί τους χαρακτηρισμούς «άτομα με ειδικές ανάγκες ή με ειδικές ικανότητες» άλλοθι για να μπορέσουμε να τους αντιμετωπίζουμε μιας και «είμαστε απολίτιστοι και απόλυτα ρατσιστές σαν κοινωνία». Θεωρεί χειρότερο ακόμα και από τον φυλετικό ρατσισμό, τον κοινωνικό. «Έπρεπε να δεις πόσο χυδαία, πρόστυχα, φέρονταν τους γονείς μου» έχει πει, «έπρεπε να τους δεις να γελάνε με τυφλούς! Έπεσε ο τυφλός στην κολώνα που πήγαινε να πληρώσει τους λογαριασμούς του και αυτοί γελάγανε, ξεκαρδίζονταν. Τι να κρυβόμαστε; Όμως όλοι θα διαχωριστούν. Θα πουν δεν είμαστε οι άλλοι, εμείς. Είμαστε όλοι εξαιρέσεις». Έχει άμυνες, που δε ομολογεί δημόσια, αν και παραδέχεται τον σαρκασμό ως μια από αυτές. Έχει σχέση ουσιαστική με τον χρόνο, τον εαυτό του και τους ανθρώπους. Δεν είναι καθολου της μοναξιάς και της μοναχικότητας φίλος. Μόνο νερό αντέχει να πιει μόνος του.

Ο Ασιμος, ο Παύλος, ο Ρασούλης, η γιαγιά του που έπεσε στο λιμάνι του Πειραιά, οι ιστορίες του

Γελάει πολύ. Γελάει και σε τραγικές στιγμές, ανακαλύπτοντας την συνύπαρξη του κωμικού με το δράμα. Θυμάται πως κάποτε είχαν πάει να θάψουν τον παππού του και τον ανοίξανε και ήταν… ένας άλλος μέσα. Έπαθε η μάνα του! Τον έβριζε! Για όλα εκείνος έφταιγε! «Γιαννάκη; Δεν είναι ο μπαμπάς μου» του λέγε και εκείνος,  γέλαγε και γέλαγε. «Το γέλιο είναι πολιτισμός» λέει «Το γέλιο είναι σαν φιλί. Αν δαγκώσεις στο φιλί πας χαμένος». Πιστεύει πως αγαπάμε τον καλλιτέχνη μετά θάνατον. Ήταν φίλος με τον Νικόλα Ασιμο, τον Παύλο Σιδηρόπουλο, τον Μανώλη Ρασούλη. Πάλεψε μόνος και συχνά δεν ήξερε και πως, αλλά δεν εισέπραξε από τη δουλειά του αχαριστία. Είναι από τη Μύκονο που περνούσε και περνά εκεί, τις ανάπαυλες του και από την Νάξο. Οι παιδικές διακοπές τα καλοκαίρια, η ετοιμασία για να φύγει για Μύκονο η οικογένεια και πως κάποτε έπεσε η γιαγιά του στο λιμάνι του Πειραιά και ο Γιάννης βούτηξε για να τη σώσει, για να την βρει καθισμένη οκλαδον στον βυθό, αγκαλιά με τα πράγματα της, είναι ιστορίες που σου διηγείται και δεν τις ξεχνάς ποτέ. Ο Γιάννης Ζουγανέλης είναι φτιαγμένος από σπάνια υλικά ανθρωπιάς και τέχνης, μοναδικής κοπής σχέδιο πολύτιμο. Και ο επίλογος; Δικός του: «Τι έχω να πω για τον εαυτό μου; Τίποτα δεν έχω για τον εαυτό μου να πω! Είμαι ένας παρατηρητής και βλέπω ότι συμβαίνει και προσπαθώ να το εκφράσω μέσα από τις υποστάσεις της τέχνης, του λαού μας που είμαστε μέρος του. Ενός λαού που αγωνίστηκε πολύ. Ειδικά οι προηγούμενοι, οι γονείς μας, οι παππούδες μας. Αγωνιστήκαν, προδόθηκαν, δεν τους φροντίσαμε…»…