
Άννα Μέι Γουόνγκ! Μα ποια είναι; Ποια ιστορία την τυλίγει που ο απόηχος της φτάνει ως τις τεχνολογικά εξελεγμένες μέρες μας, ώστε να θεωρείται θρυλική; Ναι. Ήταν προφανώς όμορφη και κομψή! Και ναι, έπαιξε πρώτα στον βωβό κινηματογράφο, συνέχισε στον ομιλούντα, έκανε τηλεόραση, μάλιστα μια πολύ επιτυχημένη σειρά με ως πρωταγωνίστρια, αντικέρ – ντεντέκτιβ, αλλά και ντοκιμαντέρ για την Κίνα, τον πολιτισμό, τους αγώνες της. Έκανε και θέατρο, καμπαρέ, βωντβίλ και σπουδαίες θεατρικές ερμηνείες στο ραδιόφωνο. Έκανε διεθνή καριέρα, εκτός ΗΠΑ, στην Γερμανία και στην Αγγλία, στο πλευρό μάλιστα του Ολίβιε εκεί. Αποθεώθηκε στην Αυστραλία. Έκανε φωτογραφίσεις μόδας. Χαρακτηρίστηκε απ τα περιοδικά ως «η πιο καλοντυμένη γυναίκα του κόσμου» και ως «η πιο ωραία Κινέζα της γης». Όμως αυτό που κάνει την Άννα Μέι Γουόνγκ, Αμερικανίδα τρίτης γενιάς σε κινεζική καταγωγή, μοναδική, είναι ο αγώνας της να αλλάξει στερεοτυπικές αντιλήψεις, να παλέψει με τον ρατσισμό και την αντίδραση, να επιμείνει, να επιβάλλει με τεράστιο προσωπικό κόστος, την εικόνα της και να απαιτήσει ίση μεταχείριση σε μια εποχή θεσμοθετημένων διακρίσεων.

«Γυναίκα – Δράκαινα», «θυσιασμένη Μαντάμ Μπατερφλάι» ή «το κορίτσι του γκάγκστερ»
Οι Κινέζοι Αμερικανοί είχαν θεωρηθεί ως διαρκώς ξένοι στην αμερικανική κοινωνία, αλλά οι ταινίες και η δημόσια εικόνα της Γουόνγκ βοήθησαν να γίνει η αρχή του σεβασμού τους ως πολίτες, ενώ οι νόμοι, τότε, ήταν κατά της κινεζικής μετανάστευσης και της ιθαγένειας. Η ίδια άλλωστε, έλεγε «όχι» στα μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο, που γιγαντωθήκαν, δίπλα στην γειτονιά που μεγάλωσε, στο Λος Αντζελες, απαιτώντας μια άλλη αντιμετώπιση. «Στο Χόλυγουντ, υπάρχουν πραγματικοί Κινέζοι, αλλά οι παραγωγοί προτιμούν τους Ούγγρους, τους Μεξικανούς, τους Αμερικανούς Ινδιάνους για τους Κινέζους ρόλους» έλεγε με πίκρα βγάζοντας γλώσσα και σηκώνοντας κεφάλι στα στούντιο, που ενώ ήξεραν το τεράστιο ταλέντο της, την εργασιομανία της και το πάθος της για την υποκριτική και την χρησιμοποίησαν για την ικανότητα της στις ξένες γλώσσες για να κάνει ιδιαίτερα σε άλλες ηθοποιούς, ταυτόχρονα την υποτιμούσαν. Απαγορευόταν να υπάρξει φιλί μεταξύ αυτής και λευκού πρωταγωνιστή, δίναν ρόλους σε λευκές που τους έκαναν μακιγιάζ για να μοιάζουν Κινέζες, χαρακτηρίζοντας την «πολύ Κινέζα για Κινέζικο», την είχαν τυποποιήσει ως «γυναίκα – Δράκαινα» εγκληματική και επικίνδυνη, ή ως το «κορίτσι του Κινέζου γκάγκστερ».

Η καλλονή που φώναζε «Διαμαρτύρομαι»
«Γιατί είναι στη μεγάλη οθόνη οι Κινέζοι πάντοτε οι κακοποιοί; Γιατί είναι το επικίνδυνο φίδι το κρυμμένο στο χορτάρι, έτοιμο να δαγκώσει; Δεν είμαστε έτσι! Πώς θα μπορούσαμε να είμαστε, έτσι; Πως γίνεται με έναν πολιτισμό που είναι τόσο παλαιότερος από τη Δύση;» έλεγε σε μια συνέντευξη του 1933 για το Film Weekly με τίτλο «I Protest», δηλαδή «Διαμαρτύρομαι». Και διαμαρτύρονταν από μικρή. Από όταν πρωτοπήγε σχολείο, στο δημόσιο της γειτονίας της στο Λος Αντζελες, μαζί με την μεγαλύτερη αδελφή της, ανάμεσα σε λευκά παιδιά. Εκεί έζησε τον σκληρό εκφοβισμό, που έφτανε σε σημείο άγριου ξύλου από ομάδες παιδιών στα δυο μικρόσωμα κοριτσάκια. Όταν ακρωτηρίασαν μάλιστα την αδελφή της, ο πατέρας τους, τους άλλαξε σχολείο πηγαίνοντας τις σε ιδιωτική σχολή Κινέζων, που όμως μάθαιναν αγγλικά. Και εκεί η Άννα Μέι Γουόνγκ, ακόμη Γονγκ Λι Τσονγκ, πριν την ενασχόληση της με το σινεμά, στα 14 της χρόνια και την αλλαγή του ονόματος της, επέμενε να αναμετρηθεί με φανατικές νοοτροπίες, να μιλήσει, να εξηγήσει, να δείξει με τη στάση της την αδικία και οι υπόλοιποι να καταλάβουν και να αλλάξουν.

Γυρνώντας την πλάτη στο Χόλυγουντ
Όσες φορές το σύστημα την απέκλεισε, τόσες η Άννα Μέι Γουόνγκ βρήκε τρόπους να το νικήσει και να επιβάλει τους όρους της. Οι απογοητεύσεις της γίνονταν επιμονή και πάθος. Όταν απογοητευμένη από τους δευτέρους ρόλους που έπαιζε στο Χόλυγουντ, λόγω της ασιατικής της καταγωγής, έφυγε για την Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1920, πρωταγωνίστησε σε πολλά αξιοσημείωτα έργα και ταινίες, μεταξύ των οποίων το περιβόητο Πικαντίλι . Πέρασε το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1930 ταξιδεύοντας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης για ταινίες και παραστάσεις και στις δυο μεριές του Ατλαντικού. Έπαιξε στο η Κόρη του Δράκου (1931) και Η κόρη της Σαγκάης (1937) και στο Σανγκάη Εξπρές του Τζότζεφ φον Στερνμπεργκ, μαζί με την Μάρλεν Ντίντριχ.

Αποθέωση στην Γερμανία, λατρεία απ την Αγγλία και ένα φαινόμενο γλωσσομάθειας
Στην Γερμανία, κάνει αίσθηση, πρωταγωνιστεί σε ταινίες αξιώσεων με τους ρόλους που ποθούσε, όπως στο Schmutziges Geld ή Song and Show Life και στο Großstadtschmetterling δηλαδή «Η πεταλουδίτσα της νύχτας στο πεζοδρόμιο». Οι Γερμανοί κριτικοί την αποθεώνουν και οι New York Times παραδέχονται πως «αναγνωρίστηκε όχι μόνο ως ηθοποιό τεράστιου ταλέντου αλλά ως μια άνευ συγκρίσεων καλλονή». Παίζει οπερέτα στο Γερμανικό θέατρο και οι Γερμανοί θαυμάζουν για τα άπταιστα γερμανικά της, τα χωρίς ίχνος αμερικανικής προφοράς. Στην Αγγλία, πριν εμφανιστεί με τον νεαρό, τότε, Λόρενς Ολιβιέ, στην σκηνή, κάνει φωνητική διδασκαλία, ορθοφωνία και τοποθέτηση στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και αποκτά, μελετώντας ασταμάτητα, εξουθενώνοντας τον εαυτό της, μια τέλεια, αριστοκρατική, βρετανική προφορά. Κάνει πέντε αγγλικές ταινίες ως πρωταγωνίστρια και οι πέντε θεωρούνται αριστουργήματα και στην Αγγλία εμφανίζονται πάντα σε φεστιβάλ. Εμπνέει στιχουργούς και ποιητές και γινεται μούσα τους, συχνά χωρίς την επίγνωση της, στην Ευρώπη. Η πρώτη τους ομιλούσα ταινία, «Η φλόγα της αγάπης» κυκλοφορεί με την ίδια να μιλά γαλλικά, αγγλικά και γερμανικά. Η γλωσσομάθεια και η άψογη προφορά της και στις τρεις γλώσσες προκάλεσε θαυμασμό, αλλά και οι τρεις εκδόσεις της ταινίας έλαβαν αρνητικές κριτικές. Παρ όλα αυτά το Χόλυγουντ την ανακαλύπτει εκ νέου και της ζητά να επιστρέψει.

Επιστροφή στο Χόλυγουντ, αθετημένες υποσχέσεις, θρίαμβος στο Μπρόντγουεϊ, αγώνα για την Κίνα, τηλεόραση και συνταγές μαγειρικής
Η Paramount Studios το 1930 της υπόσχεται πρωταγωνιστικούς ρόλου και αμοιβές σαν αυτές των λευκών πρωταγωνιστριών. Παρ όλα αυτά εκείνη πρωταγωνιστεί για 167 παραστάσεις στο Μπρόντγουέι, το «Φως του προβολέα». Παρά τον θεατρικό της θριάμβο, το Χόλυγουντ, ξανά και ξανά της ζητά να παίξει στερεοτυπικά ρόλους που βασίζονται στην Δράκαινα ή στην παρατημένη, όλο υπομονή Μαντάμ Μπατραφλεϊ. Για να μπορέσει να ανασαίνει η Άννα Μέι Γουάνγκ επιστρέφει συχνά στην θεατρική σκηνή και στο καμπαρέ ή στο ραδιόφωνο που παίζει όλους τους ρόλους που ονειρεύτηκε. Πολλά τα «όχι», ξανά στο σινεμά και έτοιμη η τακτική της περιθωριοποίησης. Εκείνη όμως, έβρισκε πάντα δημιουργική διέξοδο. Το 1935 η Wong πέρασε μια τεράστια απογοήτευση, όταν η Metro-Goldwyn-Mayer αρνήθηκε να την δοκιμάσει για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του κινέζικου πρωταγωνιστικού χαρακτήρα στην κινηματογραφική εκδοχή του μυθιστορήματος «Η καλή γη» της Περλ Μπακ, που έκανε πάταγο τότε και τον ανέθεσε στη λευκή ηθοποιό Λούιζ Ρέινερ. Για έναν ολόκληρο χρονο έφυγε στην Κίνα, ζώντας και γνωρίζοντας το μικρό χωριό της οικογένειάς της και μελετώντας την κινεζική κουλτούρα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, πρωταγωνίστησε σε πολλές b movies για την Paramount Pictures. Κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, αφιέρωσε το χρόνο και τα χρήματά της για να βοηθήσει την κινεζική υπόθεση εναντίον της Ιαπωνίας. Το 1951, η Wong έκανε ιστορία με την τηλεοπτική εκπομπή της The Gallery of Madame Liu-Tsong, την πρώτη τηλεοπτική εκπομπή των ΗΠΑ με πρωταγωνιστές Ασιάτες Αμερικανούς. Στήριξε την Κίνα με όλες της τις δυνάμεις. Και ακόμα έγραψε βιβλία με συνταγές κινεζικής κουζίνας, έκανε δική της εταιρεία παραγωγής, ασχολήθηκε με τα ακίνητα στο Λος Αντζελες και συνέχισε με το δικό της τρόπο, να επιβάλει τους όρους της, αναλαμβάνοντας το κόστος…

Πρόσωπο – σύμβολο της αμερικανικής Gay κοινότητας
Η Γουόνγκ εκτός απ την ασιατική της καταγωγή, τον περήφανο χαρακτήρα της, την τελειομανία και τη τεράστια μόρφωση της που μόνη της εξέλιξε, σε ένα κόσμο όλο διακρίσεις και ρατσισμό, είχε να αντιμετωπίσει και άλλο ένα μίσος. Ήταν αχώριστη φίλη, όλο τον καιρό που έμενε στην Ευρώπη, με την Λένι Ρίφενσταλ, την ηθοποιό, σκηνοθέτη, φωτογράφο με το τεράστιο ταλέντο, που όμως στάθηκε αδίστακτο εργαλείο της ναζιστικής προπαγάνδας. Με την Γουνγκ ζούσαν μαζί. Οι στενές φιλίες, άλλωστε της Άννα Μέι με αρκετές γυναίκες καθ’ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής της, όπως με τη θεϊκή Μαρλέν Ντιντριχ και τη καρατερίστα ηθοποιός Σεσίλ Γκούνιχαμ, καθώς και το ότι δεν παντρεύτηκε ποτέ της, ούτε είχε εμφανιστεί δημοσίως με άνδρα, οδήγησαν σε φήμες, ψίθυρους και σχόλια πως είναι λεσβία, πράγμα που έκανε έξαλλη την συντηρητική Κινεζική κοινότητα των ΗΠΑ. Η υποτιθέμενη σχέση της με την Ντίντριχ, έκανε τον πατέρα και την οικογένεια της να την αποκηρύξει ως «ντροπή», που απ την αρχή ήταν αντίθετη με τη σταδιοδρομία της και την υποκριτική, ένα επάγγελμα, ακόμη, για «ελαφρές γυναίκες». Χρόνια αργότερα ο πατέρας της θα πει πως ήταν περήφανος για εκείνη, αλλά η Άννα Μέι Γουίνγκ, είχε να παλέψει όλη της τη ζωή για να είναι ο εαυτός της και οι επιλογές της, ακόμα και με τα πιο αγαπημένα της πρόσωπα. Όλα αυτά τα χρόνια, η ομοφυλοφιλική κοινότητα αντιστάθηκε στην περιθωριοποίησή της από το mainstream και την ανέδειξε σε πρόσωπο – σύμβολο.

Αλκοόλ, κατάθλιψη, εκρήξεις θυμού και τέλος
Γύρισε πάλι στην Ευρώπη, έφυγε στην Αυστραλία. Συνέχισε τους αγώνες. Διάσημη, ωραία, αγωνίστρια, περήφανη, με το «διαμαρτύρομαι» στην άκρη των χειλιών της. Τσακισμένη από συγκρούσεις και αγώνες, πέρασε μεγάλους περιόδους κατάθλιψης, είχε ξαφνικές εκρήξεις θυμού, κάπνιζε υπερβολικά και εξαρτήθηκε απ το αλκοόλ. Στις 3 Φεβρουαρίου του 1961, πέθανε από καρδιακό επεισόδιο καθώς κοιμόταν, στο σπίτι της στη Σάντα Μόνικα, δύο ημέρες μετά την προβολή ενός αφιερώματος σε εκείνην απ το The Barbara Stanwyck Show. Ήταν 56 ετών! Τελευταία της κατοικία είναι το κοιμητήριο Rosedale στο Λος Άντζελες, μαζί με τη μάνα της και την αδελφή της, την Μαίρη. Έχουν χαραχτεί και τα δυο ονόματα της. Και το Κινέζικο και το χολιγουντιανό της ψευδώνυμο. Εκατό χρόνια μετά τη γέννηση της, στις 3 Ιανουαρίου του 1905, στο Flower Street του Λος Άντζελας, συνεχίζει να εμπνέει ποιητές, στιχουργούς, μυθιστοριογράφους, όσο λίγοι καλλιτέχνες και δημοσιές φιγούρες το κατάφεραν. Τελικά, εκείνο το κοριτσάκι που γύρναγε στα 12 στα στούντιο του σινεμά και γύρευε ρόλους απ τους σκηνοθέτες, που το αποκαλούσαν το Περίεργο Κινέζικο Παιδί με τα αρχικά των λέξεων και που έτρωγε τα λεφτά του φαγητού της για το σχολείο για εισιτήρια στις κινηματογραφικές αίθουσες, τα κατάφερε. Έκανε τη μεγάλη διαφορά!
